25 Ιουλ 2016

25 Ιουλίου 2016

Α. Η ΑΠΛΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ
Θετική η εξέλιξη για την πολιτική ισοτιμία της ψήφου, η υπερψήφιση της απλής αναλογικής, ύστερα από πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Αποτελούσε πάγιο αίτημα του προοδευτικού πολιτικού κόσμου εδώ και δεκαετίες στη χώρα αλλά ήταν πολλαπλές οι υπαναχωρήσεις, που πάντα ανέκυπταν από τη δεξιά και τη συντηρητική πτέρυγα των λεγόμενων προοδευτικών δυνάμεων. Να υπενθυμίσω ότι το 1987, με ομόφωνη απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής του «πρώην ΠΑΣΟΚ» υιοθετήθηκε η απλή αναλογική. Την επόμενη μέρα από τη σύνοδο της Χαλκίδας, ο τότε Πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, ακύρωσε την απόφαση στην οποία συμμετείχε και ο ίδιος, κατά τρόπο αυθαίρετο και πρωτοφανή, ύστερα από τις πιέσεις των κεντρώων υπουργών του, βουλευτών και άλλων συντηρητικών παραγόντων του πρώην ΠΑΣΟΚ, συντονισμένες από το συγκρότημα ΒΗΜΑ-ΝΕΑ.
Τριάντα χρόνια μετά, ποτέ δεν είναι αργά. Τα δεξιόφρονα απομεινάρια αυτού του χώρου, συνέχισαν και καταψήφισαν και τώρα. Το θέμα είναι να υπερασπιστούμε αυτό το νόμο γιατί οι δεξιοί και οι κεντρώοι και ορισμένοι σοσιαλδημοκράτες θα επιδιώξουν τη παλινόρθωση.
Β. Η ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Όπως λέει και ο θυμόσοφος λαός: «Πολύς αχός ακούγεται, πολλά ντουφέκια πέφτουν»…
1. Το Συνταγματικό δικαστήριο. Ορισμένοι συνταγματολόγοι –ως συνδικαλιστές-επιδιώκουν κράτος δικαστών και ειδικών και δοθείσης ευκαιρίας, θέλουν να επιβάλουν ένα υπερ-σύστημα, μια υπερδομή, με τη θεσμοθέτηση συνταγματικού δικαστηρίου. Είναι δυνατόν θεσμοθετηθεί περαιτέρω και νέο δικαστήριο; Θα προωθηθεί περαιτέρω η δικαστική Δημοκρατία; Θα δικάζουν και υποθέσεις της πολιτικής με την αντιγραφή του αντίστοιχου Γερμανικού που το θέλουν ορισμένοι συνταγματολόγοι ;
2. Προεδρική δημοκρατία. Ορισμένοι «Βοναπάρτες» εζήλωσαν τις δόξες του Ναπολέοντα και επιζητούν προεδρική δημοκρατία! Με την παλαιότατη επιδίωξη όλων των δεξιόστροφων και της ολιγαρχίας, η σύνθεση του υπουργικού Συμβουλίου να μην προέρχεται από τη Βουλή αλλά από «κηπουρούς», τεχνοκράτες και επιχειρηματίες.
Σύμφωνα με το Σύνταγμα, η παρούσα βουλή θα προτείνει ποιες διατάξεις του Συντάγματος θεωρεί ότι η επόμενη βουλή πρέπει να αναθεωρήσει. Και καλώς. Ωστόσο, ορισμένοι προσπαθούν να δημιουργήσουν την πεποίθηση, ότι αυτό αποτελεί μείζον θέμα ως προς το περιεχόμενο σε σχέση με τις αναζητήσεις και τις αντιπαραθέσεις σε θέματα ουσίας που αφορούν στην κρίση. Το πρόβλημα της χώρας είναι βαθύτατα πολιτικό και αφορά πρωτίστως σε ποίες κατευθύνσεις και με ποιες πολιτικές. Επί μέρους προβλήματα αποτελούν τόσο ο εκλογικός νόμος, που είχε αίσια εξέλιξη για το προοδευτικό κίνημα, όσο και η συνταγματική αναθεώρηση.
Το πρόβλημα της χώρας δεν είναι συνταγματικό, ούτε της παπαγαλίας περί του πολιτικού συστήματος .Όλες οι χώρες έχουν παρόμοια συστήματα. Δεν τις οδήγησαν στη κρίση τα συστήματα Διακυβέρνησης, αλλά οι ηγέτες τους και οι πολιτικές που εφάρμοσαν. Δηλαδή, με ποιες κοινωνικές και πολιτικές αρχές και με ποιο πρόγραμμα. Όχι μπροστά το κάρο και πίσω το άλογο.
Το βασικό πρόβλημα της χώρας είναι η προοδευτική έξοδος από τη κρίση και όχι η αναθεώρηση του Συντάγματος και αφορά στην επάνοδο στην προοδευτική οικονομική πολιτική, ύστερα από μια εξαετή δεξιά στρατηγική των δημοσιονομικών υποθέσεων και διάλυσης της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. Το πρόβλημα της χώρας είναι καθοριστικά πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό.
Το πρόβλημα της χώρας δεν είναι να αποκτήσουμε κράτος δικαστών και παραγόντων έξω από τη προοδευτική πολιτική.
Κάθε συγκέντρωση εξουσιών ήταν και είναι πάντα δεξιάς κοπής.
Κάθε συγκέντρωση αρμοδιοτήτων στη κορυφή της εκτελεστικής εξουσίας ήταν και είναι η επιτομή του συντηρητισμού, ήταν και είναι η εχθρότητα προς τον έλεγχο από τα κοινοβούλια και η επιδίωξη αυτονόμησης της εκτελεστικής εξουσίας πρωτίστως, από τη νομοθετική.
Η ενός ανδρός αρχή ήταν πάντα ότι δεξιότερο επικρατούσε σε περιόδους πολιτικών και κοινωνικών κρίσεων. Όπου οι αυθαιρεσίες των εν λόγω «μεγάλων ηγετών» οδηγούσαν σε βλάβη ή και εθνικές περιπέτειες. Παραδείγματα πολλά, τόσο από τα αρχηγικά κόμματα όσο και από τις προσωποπαγείς –μονοπρόσωπες πρακτικές αυταρχισμού, ηγετών της λεγόμενης προεδρικής δημοκρατίας
Ασφαλώς και ορισμένοι από τη δεξιά επιδιώκουν τη δυαρχία που ίσχυε από την εποχή των ανακτόρων για να προκαλούν πολιτικές κρίσεις και έλεγχο των πολιτικών και κοινωνικό-ικονομικών εξελίξεων. Ορισμένοι θέλουν να πάρουν τη ρεβάνς για τη παλινόρθωση της «δυαρχίας», που έχασε το 1985, με την κατάργηση των πραξικοπηματικών επεμβάσεων του Προέδρου της Δημοκρατίας και τη διάλυση της Βουλής. Τότε, με την αναθεώρηση του Συντάγματος αφαιρέσαμε την αρμοδιότητα να διαλύει ο Πρόεδρος τη Βουλή για να μην κυβερνά και να μη προκαλεί κρίσεις.
Θλιβερή εξέλιξη αποτελεί η απόπειρα για δημόσια συζήτηση των επιδιώξεων του Νέο-συντηρητισμού, για την εγκαθίδρυση στη χώρα του Βοναπαρτισμού, με τη δήθεν αθώα επιδίωξη «για την εκλογή του προέδρου από το λαό»!
Ποιοί πολιτικά θέλουν να τελειώσουν, να καταλύσουν τη Βουλή, να καταλύσουν την αρχή της Δεδηλωμένης, το πρωθυπουργικό σύστημα, τα κόμματα και τις οργανώσεις της ελληνικής κοινωνίας; Ποιοι θέλουν εκλογικές καμπάνιες και οπαδούς; Για ποιες πολιτικές επιδιώξεις; Για ποιους αξιωματούχους, σε βάρος της προοδευτικής πολιτικής;
Τα ουσιώδη είναι: Με ποια πολιτική, με ποιες αρχές και δυνατότητες, με ποια ηγεσία. Αξιωματούχος ή προοδευτικός πολιτικός; Ποιο είναι το καθοριστικό;
Στη περίοδο της δουλείας ήταν οι βασιλιάδες που ακόμα είναι αρχηγοί κρατών, με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο, ως αναφορά στα ανάκτορα, παρά του ότι η ανθρωπότητα διήλθε από τη δουλεία στη φεουδαρχία και μετά τη Γαλλική επανάσταση στο καπιταλισμό. Οι προ καπιταλιστικές σχέσεις στο εποικοδόμημα καλά κρατούν. Άνακτες και προεδρικοί Βοναπάρτες και μάλιστα οι δεύτεροι «εκλεγμένοι» από εκλογικές καμπάνιες που τις ονομάζουν λαό.
Το χειρότερο παράδειγμα και τριτοκοσμικής διακυβέρνησης αποτελεί το σύστημα εκλογής του προέδρου «από το λαό» στις Η.Π.Α. Όπου :
Οι πολιτικές δυνάμεις και τα κόμματα είναι ανύπαρκτα και ως υποκείμενα και ως θεσμοί και κάνουν μόνο εκλογικές καμπάνιες με βάση ευρύτερη χειραγώγηση τόσο από τα ΜΜΕ όσο και τα λόμπυ. Ο υποψήφιος Πρόεδρος επιλέγεται από διάφορα δίκτυα και εταιρίες δημοσίων σχέσεων και προβολής επιχειρηματικών συμφερόντων, χρηματοδοτών, δεξαμενών σκέψης ελεγχόμενων και χρηματοδοτούμενων κ.ο.κ και μετά το εν λόγω πρόσωπο, το ρίχνουν στην αρένα των δήθεν εσω-παραταξιακών εκλογών, με προδιαγεγραμμένη πορεία, με κατάληξη ένα συνέδριο για «σόου» και βέβαια καμιά σχέση με τη προοδευτική πολιτική! Δεν προσέρχεται στις κάλπες ούτε το 1/8 του εκλογικού σώματος!
Δεν λαμβάνει ψήφο εμπιστοσύνης, δεν λογοδοτεί.
Τα άλλα εκλεγμένα σώματα μόνο εγκρίνουν ή απορρίπτουν και όταν τελειώνει η θητεία απευθύνεται σε ιδρύματα και επιχειρήσεις που χρηματοδοτούν τις δημόσιες σχέσεις του. Γιατί κανείς έλεγχος ουσίας, δεν υπάρχει για τους «βοναπάρτες».
Ανάλογα συστήματα αποτελούν το Γαλλικό, όπου ο Πρόεδρος, διορίζει και Πρωθυπουργό κάποιον του περιβάλλοντος του, το ρωσικό όπου ο εκλεγμένος «βοναπάρτης» Πούτιν εναλλάσσει ρόλους με το φίλο του και όσο πιο ανατολικά ή νοτιότερα αναφερόμαστε συναντάμε τη δεσποτεία πάσης φύσης βοναπαρτών , όπως στη γείτονα όπου ο Ερντογάν δρομολογεί και δημοψήφισμα για τη μοναρχία που επιθυμεί.
Τα διλήμματα ιστορικά, ήταν και είναι οι προσφιλείς επιλογές των αδυνάτων. Τα έθεταν πάντα οι ηγεσίες που δεν είχαν βεβαιότητες, που δεν είχαν δυνατές πολιτικές για τους πολίτες και τις κοινωνίες.
Ο «βοναπαρτικός πρόεδρος του λαού» , είναι ακριβώς στον αντίποδα και στην αντίπερα όχθη από το θεσμό του εκλεγμένου Πρωθυπουργού και του Κοινοβουλίου, που τον κρίνει καθημερινά.
Είναι ο εκλεγμένος Πρωθυπουργός που έχει λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή και όταν χάσει τις εκλογές, παραιτείται από αρχηγός του κόμματός του, ηττάται η πολιτική του, λογοδοτεί, εκλέγεται άλλη ηγεσία. Λειτουργούν δημοκρατικοί κανόνες για τον ηγέτη που κρίνεται και όχι του αξιωματούχου σε ανέλεγκτο και προσωποπαγές σύστημα αλλά του πολιτικού που κρίνεται και εκ του αποτελέσματος και όχι του αποχωρούντος για διαλέξεις και δημόσιες σχέσεις.
Η πολιτική ενός ηγέτη και των κυβερνήσεων του κρίνεται και από το λαό και από τα κόμματα καθώς και από τους ομοίους του και όχι από καμπάνιες συγκέντρωσης οπαδών και χρηματοδοτήσεων, με προσωποπαγή συστήματα του βοναπαρτισμού, με μοντέρνο περιτύλιγμα από γραφεία προβολής και δίκτυα ΜΜΕ.
Για τη χώρα, συνταγματικά, πρέπει να ενισχυθεί η απόδοση ευθυνών στα δημόσια πρόσωπα, η ενδυνάμωση της προστασίας των δικαιωμάτων και η σταθερότητα των κυβερνήσεων, καθώς –επιτέλους- και στο διαχωρισμό εκκλησίας -κράτους. Επίσης, επιλογές που θα συμβάλλουν στην αναβάθμιση του Κοινοβουλίου καθώς και προτάσεις για δημοκρατική και αποτελεσματική λειτουργία του Πρωθυπουργού και των κυβερνητικών οργάνων.
Και αυτή η θέση σημαίνει: ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προεδρεύει, η Κυβέρνηση κυβερνά, το Κοινοβούλιο δίδει ψήφο εμπιστοσύνης, οι Υπουργοί κατά συντριπτική πλειοψηφία είναι βουλευτές που εκλέγονται ή είναι άνθρωποι της πολιτικής και όχι παραγονταραίοι, επιχειρηματίες ή δήθεν τεχνοκράτες «ουδέτεροι». Δεν υπάρχει ουδετερότητα στις καπιταλιστικές χώρες και στο κοινοβουλευτικό σύστημα διακυβέρνησης.
Τέλος, η κρίση συνολικά στην ΕΕ μας επιβάλλει τη προώθηση ξανά της ανεκπλήρωτης μέχρι τώρα εμβάθυνσης της πολιτικής ένωσης, για να σταματήσει η μονοκρατορία του Βερολίνου ή η απαράδεκτη και αποτυχημένη πρακτική της διακυβερνητικής με το προβάδισμα της Γερμανίας και της Γαλλίας σε βάρος των εταίρων κρατών. Έστω κατά αρχάς, με τη πλατφόρμα του Ιουνίου του 2015 των πέντε προέδρων: (Επιτροπής, Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και Ευρωζώνης) που πρότειναν κατευθύνσεις και χρονοδιάγραμμα με ορίζοντα το 2025, για τη προώθηση της Ένωσης των κρατών μελών της ευρωζώνης. Για το σχέδιο αυτό θα ζητηθεί η επεξεργασία και έγκριση από τους αντιπροσώπους των λαών των Κρατών Μελών της, ενός Συντάγματος ομοσπονδιακού τύπου για μια ευρωζώνη που θα μετασχηματισθεί σταδιακά σε Ένωση Κρατών, ένωση πολιτική και κοινωνική, οικονομική και νομισματική.
Εν κατακλείδι, το κατεπείγον αποτελεί η πραγματική προοδευτική πολιτική στην οικονομία και στη κοινωνία με τους πολίτες και τη νεολαία που ξενιτεύεται. Όταν μεγάλο τμήμα των πολιτών έχει προβλήματα επιβίωσης, η ηγεσία της χώρας οφείλει εκεί να δώσει το κύριο βάρος των προσπαθειών της. Να οργανώνει λύσεις, να οργανώνει πρωτοβουλίες για την οικονομική ανάκαμψη.
Η προώθηση συνταγματικού δικαστηρίου και οι απόπειρες για πιο συντηρητικό σύνταγμα δεν αφορούν τις προοδευτικές δυνάμεις του τόπου.

Στέφανος Τζουμάκας

1 Σεπ 2015


1 Σεπτεμβρίου 2015


Ανακοίνωση Πολιτικού Συμβουλίου Σοσιαλιστικού Κόμματος για τις προσεχείς Εθνικές Εκλογές

«Δεδομένων των συνθηκών, να συμβάλλουμε με τη ψήφο μας σε μια προοδευτική κατεύθυνση για τη χώρα και την ελληνική κοινωνία, για την ανάκτηση της πολιτικής ισοτιμίας της χώρας και την παραγωγική ανασυγκρότηση της.

Όχι στη διαιώνιση της πολιτικής και της οικονομικής κρίσης στη χώρα. Όχι στη στρατηγική του Νεοφιλελευθερισμού, της λιτότητας και της ενσωμάτωσης σε αυτές. Όχι στην εδραίωση των δυνάμεων που οδήγησαν σε διάλυση τη χώρα, στην κατάλυση της ισοτιμίας της και στην κατάπτωση της Πολιτικής

Η ταμπακέρα αφορά την εδραίωση και την ενσωμάτωση του νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας, κύρια και καθοριστικά.»

Οι Εθνικές Εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου, διεξάγονται σε μια πολιτική, οικονομική και κοινωνική περίοδο που η χώρα και οι πολίτες εξακολουθούν να διέρχονται μεγάλη δοκιμασία και σε μια κοινωνική κατάσταση όπου η πλειοψηφία των πολιτών αναζητά λύση στο πρόβλημα της χώρας και έξοδο από την κρίση. Στο δε πολιτικό επίπεδο, πολίτες από ένα σημαντικό μέρος του εκλογικού σώματος είναι σε προβληματισμό σχετικά με την ανάγκη για την προοδευτική κατεύθυνση των εξελίξεων απέναντι στην ανασύνταξη της συντήρησης.

Ως Σοσιαλιστικό Κόμμα, αν και δε συμμετέχουμε στην παρούσα εκλογική αναμέτρηση, συνεχίζουμε να συμβάλλουμε ενεργά στην προεκλογική εκστρατεία  γνωρίζοντας ότι την επόμενη μέρα, η χώρα, η οικονομία και η κοινωνία θα πρέπει να συνεχίσουν την προσπάθεια για την έξοδο από την κρίση.

Χρειαζόμαστε μια προοδευτική λύση από το αποτέλεσμα των Εθνικών Εκλογών.

Μετά την εκλογική ετυμηγορία, χρειαζόμαστε επίσης, την ευρύτερη δυνατή συμπαράταξη του λαού και της νεολαίας. Επιδίωξη μας είναι να συνεχίσουμε να δρούμε προς την κατεύθυνση της δημιουργίας και της ανασυγκρότησης μιας Ελλάδας παραγωγικής, δίκαιης και δημοκρατικής, για να προωθήσουμε λύσεις και προοδευτικές επιλογές τόσο μέσα στη χώρα όσο και στην Ευρωζώνη συνολικά, που κυριαρχείται από αγοραίες και νεοφιλελεύθερες πολιτικές ηγεσίες που οδήγησαν στην περαιτέρω όξυνση της κρίσης στην Ε.Ε., υποσκάπτοντας τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, την προοπτική της Ευρωζώνης και το δημοκρατικό υπόβαθρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνολικά.

Δεν πρόκειται για εκλογές με εύκολες απαντήσεις. Αποτελούν μια σημαντική στιγμή στα πλαίσια μιας μεγαλύτερης και μακρόχρονης προσπάθειας της πλειοψηφίας των Ελλήνων πολιτών και των προοδευτικών δυνάμεων της χώρας, που ήδη διέρχεται τον έκτο χρόνο.

Ταυτόχρονα, είναι δεδομένο ότι οι εκλογές αυτές πραγματοποιούνται μέσα σε συνθήκες δυσπιστίας, ματαίωσης και κόπωσης λόγω τόσο της οικονομικής καταβαράθρωσης όσο και της κρίσης αντιπροσώπευσης, του κατακερματισμού μέρους των προοδευτικών δυνάμεων και της πολιτικής απαξίας λόγω και της κρίσης εμπιστοσύνης.

Η κρίση ηγεμονίας στην πολιτική σφαίρα είναι προφανής καθώς και η κρίση στρατηγικής στο πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό πεδίο έναντι της στρατηγικής του νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας.

Το νεοφιλελεύθερο Διευθυντήριο της Ε.Ε. σε αγαστή συνεργασία με τις «πρόθυμες δυνάμεις» της κοινωνικό-οικονομικής διάλυσης με τα νεοφιλελεύθερα προγράμματα τους, όπως η νέα κοινωνική δεξιά του ΠΑΣΟΚ, του ΚΙ.ΔΗ.ΣΟ. και το Ποτάμι καθώς και η Ν.Δ., από τις επερχόμενες εκλογές επιδιώκουν μια Κυβέρνηση συνασπισμού που θα έχει τη μορφή είτε «μεγάλου συνασπισμού» είτε «συνασπισμού ορισμένης περιόδου», που από άποψη τακτικής θα επιχειρηθεί να αποτελέσει και το «πλυντήριο» για τις μέχρι τώρα καταστροφικές πολιτικές των μνημονίων.

Από άποψη όμως, στρατηγικής που είναι και το πιο κρίσιμο ζήτημα, αποσκοπούν στο να εδραιώσουν και να νομιμοποιήσουν αυτό που ήταν υπό διαρκή αίρεση καθόλη την περίοδο άσκησης της πολιτικής των μνημονίων, δηλαδή την υποτίμηση της χώρας σε σύμπνοια με κύκλους του χρηματοπιστωτικού, χρηματιστηριακού και τραπεζικού τομέα. Επιδίωξη τους είναι να ολοκληρωθεί και να επικρατήσει πλήρως η λαφυραγώγηση του δημόσιου πλούτου, η υποτίμηση και το μοντέλο μιας φτηνής χώρας για την Ελλάδα προκειμένου να επανεκκινήσει τελικά η χώρα από μια εξαιρετικά χαμηλή βάση για τις δυνάμεις της εργασίας, της παραγωγής και της δημιουργίας. 

Σε αυτές τις εκλογές θα πρέπει να ηττηθεί αυτή η στρατηγική της πλήρως υποτιμημένης και φθηνής χώρας. Δίνεται η δυνατότητα να εκκαθαριστεί αυτό το κρίσιμο πολιτικό ζήτημα που ως στρατηγικό παρακολούθημα έχει τις στρατηγικές επιδιώξεις του «συγκροτήματος των δανειστών».

Οι Έλληνες πολίτες οφείλουμε να αξιολογήσουμε τι πραγματικά διακυβεύεται στις 20 Σεπτεμβρίου. Μόνο ως προμετωπίδα τίθεται το ζήτημα αυτής της εκλογικής αναμέτρησης ως «Τσίπρας ή Μεïμαράκης;», «παλιό ή καινούργιο;». Είναι προφανές ότι με μια τέτοια εξέλιξη, θα βαθύνει περαιτέρω η πολιτική κρίση με ασταθείς Κυβερνήσεις συνασπισμών, η συνολική κρίση στη χώρα θα έχει απροσδιόριστο χρόνο λήξης και κάθε φορά θα έχουμε και μια νέα αναζήτηση πολιτικών ευθυνών για ένα νέο πρόγραμμα ενώ η ύφεση, η αποεπενδυση, η φτώχεια, η λιτότητα, η «άνεργη ανάπτυξη» και ο αποπληθωρισμός θα συνεχίζονται.

Το κυρίαρχο θέμα των επερχόμενων εκλογών είναι: δεδομένων των συνθηκών, να συμβάλλουμε με τη ψήφο μας σε μια προοδευτική ή σε μια συντηρητική κατεύθυνση για τη χώρα και την ελληνική κοινωνία, καθότι μια προοδευτική στάση σε κάθε εκλογική αναμέτρηση πρέπει να προσδιορίζεται αφενός από την αξιολόγηση των συνεπειών των προηγούμενων πολιτικών, ποιους ωφέλησαν και ποιους έβλαψαν αλλά και δεδομένων των συνθηκών και του παρόντος συσχετισμού δυνάμεων στη χώρα και στην Ευρωζώνη,  ποια συνιστά επιλογή προοδευτικής και ποια συντηρητικής κατεύθυνσης, για τη χώρα.

Με την ψήφο μας, επιλέγουμε να συμβάλλουμε και να διαμορφώσουμε τους όρους και να αγωνιστούμε προς μια προοδευτική κατεύθυνση για την πολιτική εξομάλυνση καθότι οι πολιτικές εξελίξεις βρίσκονται σε πολύ αρνητικό σημείο για το δημόσιο βίο.

Οι εκλογές στις ομαλές περιόδους της χώρας διεξάγονται για τρεις βασικούς λόγους: πρώτον, για μια νέα προσδοκία και αλλαγή πολιτικής δεύτερον, ως συνέχεια επιτυχούς διακυβέρνησης και τρίτον, ως εκκαθάριση προηγούμενων αρνητικών εξελίξεων.

Εν προκειμένω, στην παρούσα εκλογική αναμέτρηση, το ζήτημα αφορά την επιδίωξη εκκαθάρισης, διότι η Κυβέρνηση οδηγήθηκε σε αποτυχία στη διαπραγμάτευση και σε αρνητικές εξελίξεις, μια εκ των οποίων αφορά και την απώλεια της Κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.

Η χώρα απώλεσε την αυτονομία της ήδη από το 2010, με την καταστροφική επιλογή της τότε Κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου, της ένταξης της χώρας στο ΔΝΤ και στα νεοφιλελεύθερα μνημόνια και είναι υπό την εποπτεία των δανειστών που συχνά λαμβάνει πλέον τον χαρακτήρα νέο-αποικιακών πρακτικών πολιτικής διακυβέρνησης.

Όλα αυτά αποτελούν σύμπτωμα της κρίσης που συνεχίζει να διέρχεται τόσο η Ευρωζώνη, όσο και η Ελλάδα. Και είναι πάγια η θέση μας από το 2010, για την προοδευτική έξοδο από την κρίση αλλά προς τον σκοπό αυτό, είναι απαραίτητοι δύο όροι και προϋποθέσεις: Η εδραίωση Κυβέρνησης δημοκρατικής πολιτικής και κοινωνικής πλειοψηφίας και η εξασφάλιση μέσω αυτής, μιας μακρόχρονης μεν, αλλά προοδευτικής πορείας για τη χώρα.

Θεωρούμε ανωμαλία την επιστροφή στις δυνάμεις που άσκησαν πολιτικές που αποτελούν βίωμα για κάθε ελληνική οικογένεια και οδήγησαν στην οικονομική και κοινωνική διάλυση, στην απώλεια μεγάλου μέρους του εθνικού πλούτου, στο κλείσιμο εκατοντάδων χιλιάδων επιχειρήσεων, στη δραματική μείωση των εισοδημάτων και στη φτωχοποίηση σημαντικό μέρος του πληθυσμού, που οδήγησαν 4 εκατομμύρια Έλληνες πολίτες κάτω από τα όρια της φτώχειας και 1.5 εκατομμύριο στην ανεργία, σε μετανάστευση χιλιάδες νέους επιστήμονες και σε κατάλυση της πολιτικής ισοτιμίας της χώρας έναντι των άλλων χωρών της Ευρωζώνης.

 Οι πολιτικές αυτές δυνάμεις αποτελούν μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης για τη χώρα και τις δυνάμεις της εργασίας, της παραγωγής και της δημιουργίας.

Οι πολιτικές δυνάμεις που ψήφισαν, στήριξαν και εφάρμοσαν νεοφιλελεύθερες πολιτικές, οδηγώντας σε μεγάλη βλάβη τη χώρα με απώλειες που ανέρχονται σωρευτικά στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα μαζί με την αξία των ακινήτων, της χρηματιστηριακής αξίας των δημόσιων φορέων και τραπεζών και τις απώλειες εισοδημάτων στο επίπεδο των εμπορικών αξιών στο 1 τρισεκατομμύριο ευρώ, επιδιώκουν και σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση να μην προκύψει από τις κάλπες μια σαφής πολιτική λύση, να αποπροσανατολίσουν και να αποποιηθούν τις ευθύνες τους για τα οικονομικά και κοινωνικά ερείπια στα οποία οδήγησαν τη χώρα και να μετατοπίσουν το πεδίο της αναμέτρησης από την ανάγκη για τη βιώσιμη έξοδο από την κρίση, σε αντεγκλήσεις καιροσκοπικού και προσωπικού χαρακτήρα.

Η επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση στις εθνικές εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου θα πρέπει να αποτελέσει αναφορά για την υπέρβαση κάθε τέτοιου είδους πολιτικής απάτης. Οι πρόθυμες πολιτικές ηγεσίες που συγκροτούν ένα βαθιά συντηρητικό μέτωπο με επιδιώξεις «παλινόρθωσης», σε αγαστή συνεργασία και με εγχώρια παρασιτικά οικονομικά συμφέροντα, επιχειρούν να εξομοιώσουν την από μέρους τους, προσχώρηση στην στρατηγική της λιτότητας και τα 5 χρόνια της ασκούμενης  μνημονιακής πολιτικής και των καταστροφικών τους συνεπειών με την αποτυχία της πολιτικής στρατηγικής της Κυβέρνησης Α. Τσίπρα για τη διαπραγμάτευση και της ακολουθούμενης διαπραγματευτικής της τακτικής, το τρέχον 8μηνο.

Η αποτυχία της διαπραγμάτευσης από την Κυβέρνηση επανέφερε στον αφρό της πολιτικής απάτης ορισμένες ηγεσίες των νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Ορισμένοι ομιλούν για την πολιτική τους δικαίωση, όταν η πλειοψηφία των πολιτών βιώνει τη διάλυση που επέφεραν στη χώρα. Η πρακτική τους αυτή αξίζει μόνο τη χλεύη κάθε δημοκράτη πολίτη.

Είναι αναγκαίο να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους. Άλλο η προσχώρηση μιας προοδευτικής Κυβέρνησης σε μια συντηρητική πολιτική, άλλο η αποτυχία μιας προοδευτικής Κυβέρνησης έναντι αυτής. Είναι άλλο να ισχυρίζεσαι ότι αν δεν υπήρχαν τα μνημόνια, έπρεπε να τα εφεύρουμε και άλλο να  σου επιβάλλονται στα πλαίσια ενός ετεροβαρούς συμβιβασμού.

Θεωρούν ότι απευθύνονται σε πολίτες λωτοφάγους και αμνήμονες υπηκόους. Οι Έλληνες πολίτες και πάλι με τη ψήφο τους, θα τους διαψεύσουν.

Είναι αυτονόητη η κριτική προς την κυβερνητική πολιτική μιας προοδευτικής δύναμης όπως είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.

Όπως έχουμε ήδη επισημάνει, η πολιτική στρατηγική για τη διαπραγμάτευση και η διαπραγματευτική τακτική της Κυβέρνησης Α. Τσίπρα ήταν αναμενόμενο να αποτύχει διότι επέλεξε ως πολιτική στρατηγική την κρίση χρέους, ενώ το κυρίαρχο πρόβλημα της χώρας είναι η διάλυση της παραγωγικής της βάσης και η υποτίμηση που υπέστη στο σύνολο της η χώρα και ιδιαίτερα στην πραγματική Οικονομία. Αντί να απαιτήσει πόρους και ένα νέο σχέδιο «Μάρσαλ» για επανεκκίνηση της Οικονομίας, η Κυβέρνηση ενεπλάκη στη δημοσιονομική στρατηγική του Διευθυντηρίου της Ε.Ε. που έχει ως προτάγματα το έλλειμμα και το χρέος, δηλαδή τη στρατηγική της λιτότητας.

Όσον αφορά δε, στην ανερμάτιστη διαπραγματευτική τακτική της, η αποτυχία της Κυβέρνησης ήταν προφανής και με αρνητικές συνέπειες για τη χώρα και τις προοδευτικές δυνάμεις, ιδεολογικά και πολιτικά. Η εντολή του εκλογικού σώματος αφορούσε σε έναν έντιμο συμβιβασμό εντός Ευρωζώνης. Αυτός ήταν ο εθνικός στόχος. Η απόπειρα μεταβολής του στόχου οδήγησε στην αποτυχία. Σε κάθε διαπραγμάτευση ανάλογα με το στόχο, προσδιορίζεται και το αποτέλεσμα.

Η αποτυχία στην διαπραγμάτευση οδήγησε επίσης, σε σχίσμα στην κυβερνητική παράταξη και στη δημιουργία του νέου κόμματος Λαϊκή Ενότητα, από ορισμένα στελέχη με μία ευκαιριακή και ανάπηρη στρατηγική περί επιστροφής στο εθνικό νόμισμα που βασίζεται στο αυθαίρετο αξίωμα της ταύτισης του ευρώ με τον νεοφιλελευθερισμό και τα μνημόνια υποτίμησης. Το εν λόγω στρατήγημα έχει πήλινα πόδια καθότι η άνιση διανομή του πλούτου και η ανισότητα ανάμεσα στις χώρες της Ευρωζώνης δεν καθορίζεται από το νόμισμα αλλά από τις σχέσεις κυριαρχίας, πολιτικών παραγωγής, διανομής και συγκέντρωσης πλούτου και πλεονασμάτων σε βάρος ελλειμματικών χωρών και  περιοχών που δεν έχουν τις ίδιες παραγωγικές και αναπτυξιακές δυνατότητες για τη δημιουργία πλούτου και δίκαιης διανομής του.

Η πολυδιάσπαση μέρους των προοδευτικών δυνάμεων διευκολύνει την πλαγιοκόπηση και την εδραίωση των στρατηγικών των δανειστών και των «προθύμων» καθώς και την αποδιοργάνωση των κινημάτων που επιδιώκουν μια Ευρώπη της Ειρήνης, της Δημιουργίας, της πολιτικής και οικονομικής Ένωσης με Ισοτιμία και Δημοκρατία.

Απαραίτητοι όροι για την πραγματική ανασύνταξη της κοινωνίας και την ανασυγκρότηση της οικονομίας είναι η έμπρακτη πλέον άσκηση Πολιτικής, βασισμένης σε προοδευτικές αρχές και στον πραγματικό συσχετισμό δυνάμεων στην Ευρωζώνη και  όχι με απλή επίκληση τους καθώς και η επιστροφή στην πραγματική Οικονομία με παραγωγικό σχέδιο ανά κλάδο και ανά Περιφέρεια, με κατεύθυνση τη δημιουργία προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας και θέσεων εργασίας.

Το στρατηγικό πρόβλημα της χώρας δεν είναι το δημόσιο χρέος αλλά η επείγουσα ανάγκη για την ανοικοδόμηση της παραγωγικής της βάσης. Στα πλαίσια αυτά, έχουμε ήδη τονίσει ως θετική την απόφαση της Κυβέρνησης να ιδρύσει αναπτυξιακή Τράπεζα και θεωρούμε θετικό επίσης, ότι στην νέα προγραμματική της πρόταση πρώτη επιλογή αποτελεί πλέον, η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας που θέταμε ως κυρίαρχο θέμα εδώ και 5 χρόνια.

Η χώρα χρειάζεται Κυβέρνηση που θα στραφεί από τη δημοσιονομική καθήλωση στην αντιμετώπιση της διάλυσης της παραγωγικής βάσης της χώρας και στην αντιμετώπιση της ανεργίας. Ένα επιμέρους μόνο θέμα αυτής της στρατηγικής, πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί η αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους με ρήτρα ανάπτυξης και εξαγωγών.

Η χώρα χρειάζεται μια προοδευτική σταθερή Κυβέρνηση με σχέδιο, προοπτική, επάρκεια και ικανότητες, με σαφείς απαντήσεις και λύσεις για να γυρίσει σελίδα.

Χρειάζεται διορθωτική πορεία, μια προοδευτική πολιτική που θα προωθεί αλλαγές και θα απομονώνει τη συντήρηση και τις καταστροφικές δυνάμεις του μονόδρομου. Αλλά επίσης, είναι προφανές ότι χρειάζεται ανασύνταξη των προοδευτικών και των αντί-νεοφιλελεύθερων δυνάμεων σε μια θετική κατεύθυνση.

Η χώρα πρέπει να αποκτήσει σαφή διακυβέρνηση που θα έχει την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού και θα διαμορφώσει μια κουλτούρα συνέπειας και έμπρακτης απόδειξης λόγων.

Τέλος, θα πρέπει να μιλήσουμε για την «ταμπακέρα». Ορισμένοι και από πρόθεση αλλά και από έλλειψη σχεδίου και οδικού χάρτη για την επόμενη μέρα των εκλογών σε συνεργασία με τα ΜΜΕ και όχι μόνο, την αποσιωπούν.

Ύστερα από το στραπάτσο που υπέστη το Διευθυντήριο της Ε.Ε. με την ανοιχτή επέμβαση πολιτικών παραγόντων από την Ευρωζώνη για το περιεχόμενο του Δημοψηφίσματος, είναι πλέον, άκρως διακριτική η στάση τους στις επερχόμενες Εθνικές Εκλογές που αποτελούν συνέχεια του διαρκούς πειράματος για το «ελληνικό ζήτημα» και τη νέα τροπή του.

Τρία είναι τα καθοριστικά ζητήματα στρατηγικής που η εξέλιξη τους θα κριθεί από το εκλογικό αποτέλεσμα. Τα δύο αποτελούν δεδομένα και από την προηγούμενη πενταετία των μνημονιακών κυβερνήσεων. Και αυτά είναι η νεοφιλελεύθερη στρατηγική και η στρατηγική της λιτότητας και η επιδίωξη εδραίωσης τους. Το τρίτο και «νέο» σε αυτές τις εκλογές αποτελεί η ενσωμάτωση των προοδευτικών, αντί-μνημονιακών και αντί-νεοφιλελεύθερων πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων που έμπρακτα αμφισβήτησαν την εδραίωση αυτής της στρατηγικής.

Η ταμπακέρα αφορά την εδραίωση και την ενσωμάτωση του νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας, κύρια και καθοριστικά.

Διότι είναι μεγάλο το πολιτικό και οικονομικό πρόβλημα που δημιούργησε η ηγεσία του Βερολίνου στην Ευρωζώνη όπου ήδη έχουμε μέσα σε 7 χρόνια με την εμμονή στη δημοσιονομική στρατηγική των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, του δημόσιου χρέους και της λιτότητας, διπλή ύφεση, αποτυχία στην πολιτική του «σκληρού ευρώ» και πλέον με τη νέα υποτίμηση του κινέζικου «γουάν», η Ευρωζώνη μπαίνει σε μια νέα περίοδο κάμψης της ανταγωνιστικότητας της έναντι άλλων οικονομιών. Και προσπαθούν να διασώσουν ως κόρη οφθαλμού για τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και ταυτότητα τους, τη στρατηγική της λιτότητας και της υποτίμησης που οδήγησε σε διάλυση την πραγματική οικονομία τόσο της Ελλάδας όσο και άλλων χωρών της Ευρωζώνης.

Για τον εν λόγω σχεδιασμό διαθέτουν συμμάχους στην Ελλάδα. Τα κόμματα που μέχρι τώρα συμμάχησαν μαζί τους στη διάλυση της χώρας και πολιτικά πρόσωπα όπως οι Γ. Παπανδρέου, Β. Βενιζέλος, Α. Σαμαράς, Β. Μεïμαράκης, Φ. Γεννηματά και Στ. Θεοδωράκης.

Με συμμάχους επίσης, στα ΜΜΕ στη διαπλοκή και στην παρασιτική οικονομία επιδιώκουν στο κυβερνητικό επίπεδο την επομένη των εκλογών, να μην υπάρχει σαφής πολιτική λύση στη χώρα, προκειμένου να προωθήσουν μεγάλους ή μικρούς συνασπισμούς εδραίωσης και ενσωμάτωσης σε συντηρητικές πολιτικές.

Παρασκηνιακά τόσο κύκλοι των δανειστών όσο και των «προθύμων» προβάλλουν ότι έχουν τον έλεγχο των πολιτικών εξελίξεων και προωθούν ως αναγκαίες τις Κυβερνήσεις συνεργασίας και ότι είναι άμεσα απαραίτητοι και οι «πρόθυμοι» ενόψει της αναδιάρθρωσης του ελληνικού δημόσιου χρέους και της διευθέτησης των κεφαλαιακών αναγκών των ελληνικών τραπεζών.

Έχουν τεράστια στρατηγική σημασία επίσης, αυτές οι εκλογές για τις προοδευτικές και ριζοσπαστικές δυνάμεις ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό και τη στρατηγική της λιτότητας υπέρ της ανάπτυξης και της δημιουργίας στη χώρα και αφορά επίσης, την ταμπακέρα το αν οι επιλογές του εκλογικού σώματος θα είναι σε προοδευτική ή σε συντηρητική κατεύθυνση.

 Οι δυνάμεις της συντήρησης και της προόδου δεν είναι σχήμα λόγου στην επικείμενη αναμέτρηση και επιμέρους συσπειρώσεις δεν πρέπει να εμποδίσουν τη μεγάλη συγκέντρωση δυνάμεων προς την προοδευτική κατεύθυνση.

Επιδίωξη επίσης, όλου αυτού του συγκροτήματος του μνημονίου και του νεοφιλελευθερισμού είναι η συνέχιση της πολιτικής κρίσης μέχρι να επιβάλλουν τη δική τους πολιτική λύση στη χώρα και ως λύση πλυντήριο και παράλληλα με τη συνέχιση της οικονομικής κρίσης, της ύφεσης,  της από-επένδυσης και της ανάγκης για νέο δανεισμό της χώρας, για να είναι σε διαρκή διπλή εποπτεία, πολιτική και οικονομική. Για να δικαιωθεί ο μονόδρομος μιας πρωτοφανούς κοινωνικής και πολιτικής αποτυχίας σε όλη την Ευρωζώνη.

Το νέο μνημόνιο -με το οποίο είμαστε προφανώς αντίθετοι- για το Διευθυντήριο και το «μπλοκ των προθύμων» είναι ένα μέρος αυτού όλου του σχεδιασμού. Η μεγάλη εικόνα αφορά ή το νεοφιλελεύθερο σχέδιο τους και τη στρατηγική της λιτότητας ή τη θέληση μας για αλλαγή πορείας της χώρας προς την ανάπτυξη, την παραγωγή, την αύξηση του ΑΕΠ που οδήγησαν σε καταβαράθρωση οι δήθεν «σωτήρες» και οι «δικαιωμένοι».

Χρειάζεται κάθε προοδευτικός πολίτης να διαθέσει όλες του τις δυνάμεις για μια διορθωτική πορεία καθότι από αυτή την αρνητική εξέλιξη, το προοδευτικό κίνημα είναι σε δυσμενέστερη θέση από ότι τον Ιανουάριο του 2015 γιατί είναι άλλο πράγμα η αποτυχία και άλλο πράγμα η εδραίωση των δυνάμεων που οδήγησαν σε διάλυση τη χώρα.

Δυστυχώς σε αυτές τις εκλογές δεν έχουμε μόνο ευθύνη να αναδείξουμε μια προοδευτική κυβέρνηση και να οδηγήσουμε σε εξομάλυνση την πολιτική κατάσταση λόγω αυτών των αρνητικών προηγουμένων αλλά οφείλουμε να οδηγήσουμε ξανά σε ήττα τους πρόθυμους και να επιβεβαιώσουμε ως θέση απέναντι στην επιχείρηση διαρκής ηγεμόνευσης της χώρας από το διευθυντήριο της ΕΕ ότι ό νεοφιλελευθερισμός και η στρατηγική της λιτότητας δεν είναι αήττητοι και ότι η χώρα δε θα γίνει μια οικονομική ζώνη φτηνής εργασίας και φτηνών προϊόντων.

 Και εν προκειμένω οι ευθύνες της Κυβέρνησης Α. Τσίπρα είναι σημαντικές και πρέπει να τεθούν τα θέματα αυτά στην προεκλογική εκστρατεία, για το τι δηλαδή διακυβεύεται επί της ουσίας και όχι ως προς το φαίνεσθαι του τύπου «Τσίπρας ή Μεïμαράκης», «παλιό ή καινούργιο».

Διότι η χώρα και οι προοδευτικές δυνάμεις πρέπει να μην έχουμε ξανά αποτυχημένες πολιτικές, ανακολουθίες και ψεύδη, όπως στη διαπραγμάτευση και να διέλθουμε επιτυχώς αυτή τη δοκιμασία, δηλαδή σε μια προοδευτική κατεύθυνση και με ήττα του «συντηρητικού συνασπισμού».

Την επομένη των εκλογών όλες οι πρωτοβουλίες θα πρέπει να στραφούν στην πραγματική Οικονομία, στην παραγωγή, στις θέσεις εργασίας, στα εισοδήματα, στην παραγωγή πλούτου και στην καινοτομία. Ο εν λόγω οδικός χάρτης και δρόμος δεν είναι εύκολος και δε βοηθούν στην ευόδωση του, τακτικές που δημιουργούν ερωτηματικά και αναξιοπιστία ούτε και αλληλοσυγκρουόμενες και ανεπεξέργαστες πολιτικές θέσεις για κρίσιμα ζητήματα που προκαλούν σύγχυση στους πολίτες.

Η χώρα χρειάζεται κουλτούρα δημοκρατικής πλειοψηφίας και μεταβατικές συμφωνίες στη βάση του συσχετισμού δυνάμεων καθώς και ένα 5ετές μεταβατικό πρόγραμμα ανασύνταξης της χώρας, όπου η πρώτη φάση θα μπορούσε να είναι η αποπληρωμή της τελευταίας δόσης του δανείου στο ΔΝΤ.

Η χώρα χρειάζεται μια σταθερή προοδευτική Κυβέρνηση που να συνδέεται με την Οικονομία, τις ανάγκες της πλειοψηφίας των πολιτών και την έξοδο από την κρίση και που θα συμβάλλει σε ευρωπαϊκό επίπεδο σε μια κοινά αποδεκτή δημοσιονομική  πολιτική με βάση τις πραγματικές δυνατότητες των χωρών-μελών της Ε.Ε. και με αντίστοιχες μεταβιβάσεις από τις πλεονασματικές χώρες στις ελλειμματικές. Που θα συμβάλλει στην προώθηση από κοινού με άλλες Κυβερνήσεις στην Ε.Ε. για συνολική λύση της ευρωπαϊκής κρίσης καθώς και στην  πολιτική ομοσπονδοποίηση της Ευρωζώνης και στην εμβάθυνση της πολιτικής ένωσης στην Ε.Ε. καθώς αυτό το ζοφερό περιβάλλον συνδέεται κυρίαρχα με την διασπασμένη Ευρωζώνη των πολλών ταχυτήτων που είναι πλέον πλήρως υπονομευμένη διεθνώς, ως ήπιας δύναμης και ευημερίας, ένωση ισότιμων κρατών.

Οι πολίτες θα επιλέξουμε με βάση τα συμφέροντα της χώρας μας και του ελληνικού λαού και όχι με τα συμφέροντα των κερδοσκόπων, των τραπεζιτών, της διαπλοκής και της ευρωπαϊκής και εγχώριας ολιγαρχίας.

Έχουμε τη δυνατότητα ως λαός και ως χώρα να βαδίσουμε σε μια δημοκρατική και προοδευτική λύση, με σχέδιο και προοπτική.

Αφήνουμε στην άκρη την απάθεια. Όχι στο Λευκό και στο Άκυρο. Συμμετέχουμε με τη ψήφο μας και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη.


Ως πολίτες, έχουμε το λόγο.






2 Ιουλ 2015


 Υποστηρίζουμε το ΟΧΙ ως ελάχιστη βάση στο δημοψήφισμα προκειμένου η χώρα να αποκτήσει περαιτέρω δυνατότητα και η Κυβέρνηση να φέρει σε πέρας τη διαπραγμάτευση εντός του ευρώ και της Ευρωζώνης.

Υποστηρίζουμε το ΟΧΙ για τα οικονομικά και κοινωνικά ερείπια που επέφεραν οι δυνάμεις των μνημονίων.

Υποστηρίζουμε το ΟΧΙ απέναντι σε αυτές τις δυνάμεις που επιδιώκουν να ανασυνταχθούν ως «μέτωπο» με πυρήνα όλο το νεοφιλελεύθερο σύστημα και το χρηματιστηριακό και το υπαλληλικό πολιτικό τους προσωπικό μέσα και έξω από τη χώρα, που παριστάνουν τους ηγέτες και τους αρχηγούς κομμάτων, που έχουν ως στρατηγική τη ρεβάνς. Οι βαθύτερες επιδιώξεις των «yes man» αφορούν στην επέμβαση στη χώρα, στην κατάλυση κατοχυρωμένων με συνθήκες, δικαιωμάτων της και στην επιβολή αποτυχημένων πολιτικών.



Έχουμε κατ’ επανάληψη τονίσει ότι η κρίση στην Ευρωζώνη θα είναι διαρκής όσο συνεχίζονται οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές της λιτότητας, της ύφεσης, της ανεργίας και μέσω της δημοσιονομικής πειθαρχίας.

Οι ηγεσίες που επέβαλαν αυτό το μονόδρομο, οδηγούν σε περαιτέρω ένταση με απειλές και εκβιασμούς προκειμένου να συνεχίσουν αυτή την πολιτική που εξυπηρετεί την χρηματιστηριακή και χρηματοπιστωτική ολιγαρχία και της οποίας αποτελούν οργανικό τμήμα της. Αυτές δεν είναι πολιτικές ηγεσίες, είναι παράρτημα χρηματιστηριακών και χρηματοπιστωτικών συμφερόντων, για να συγκαλύψουν τη μέχρι τώρα αποτυχία τους για να ασκήσουν βία και αποσταθεροποίηση σε Κυβερνήσεις και σε χώρες που βιώνουν ήδη τον έβδομο χρόνο πάνω σε οικονομικά και κοινωνικά ερείπια.

Έμπρακτη άσκηση αυτών των προκλητικών πρακτικών, βιώσαμε ως Ευρωπαίοι πολίτες και ως προοδευτικοί άνθρωποι με τη σχεδιασμένη πρόκληση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων της ελληνικής Κυβέρνησης με τους εκπροσώπους των δανειστών.

Η ελληνική Κυβέρνηση παρά τις παλινωδίες και τις καθυστερήσεις, επεδίωκε ένα συμβιβασμό και μια συμφωνία που προφανώς θα ήταν ετεροβαρής, λόγω του αρνητικού συσχετισμού δυνάμεων σε βάρος της, στην Ευρωζώνη.

Η απόρριψη από ορισμένους εκ των δανειστών των ισοδύναμων που πρότεινε η Κυβέρνηση για να τορπιλιστεί η διαπραγμάτευση, ασφαλώς και σχετίζεται με την υπεράσπιση επιδιώξεων επιχειρηματικών κύκλων. Και αυτό, σε συνδυασμό με τελεσιγραφικές απαιτήσεις για την άμεση έγκριση από την ελληνική Βουλή, δίχως ανάληψη πρωτοβουλιών για την ουσιαστική αντιμετώπιση του ζητήματος της βιωσιμότητας του ελληνικού δημόσιου χρέους.

Στον εν λόγω σχεδιασμό, συμμετείχαν και αρχηγοί ελληνικών κομμάτων με σκοπό μετά την αποτυχία των διαπραγματεύσεων να προκληθεί περαιτέρω πολιτική όξυνση και κρίση στην Ελλάδα και να επανέλθουν στο προσκήνιο οι δυνάμεις του μνημονίου που οδήγησαν στην 5ετή οικονομική και κοινωνική διάλυση της χώρας.

Για την κατάλυση αρχών της συνταγματικής τάξης, των συνθηκών της ισοτιμίας των χωρών και των κανόνων της Δημοκρατίας, συμπράττουν καθηγητές Δικαίου, εκπρόσωποι Κυβερνήσεων και Κοινοβουλίων και μια συνολικά διεφθαρμένη πολιτική και οικονομική ελίτ στην Ελλάδα και στην Ευρωζώνη.

Τα εν λόγω δίκτυα, με τους γνωστούς κονδυλοφόρους διαθέτουν πολύ «μελάνι» και ασκούν αφόρητη προπαγάνδα ότι δήθεν το στρατηγικό διακύβευμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης αποτελεί το δημοσιονομικό ζήτημα της Ελλάδας, που αποτελεί ένα επιμέρους ζήτημα στην κρίση της Ε.Ε. και στη ευρύτερη στρατηγική της Δύσης. Μια χώρα που η Οικονομία της αντιπροσωπεύει μόλις το 2% του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ.

Και το πολιτικό θέατρο έχει όρια. Απαξιώνουν κάθε έννοια της Πολιτικής, καταφεύγοντας σε λογικές τόσο δημόσιων εκβιασμών όσο και ανεπίσημων, σε συνεργασία με διαπλεκόμενα ΜΜΕ και συστήματα διαπλοκής στο τραπεζικό σύστημα με τη μέθοδο αποσταθεροποιητικών πρακτικών και δημιουργίας αβεβαιότητας, όσον αφορά τις εξελίξεις μιας διαπραγμάτευσης. Οι πρακτικές αυτές παραπέμπουν σε κοινωνίες ζούγκλας και κατάπτωσης πολιτικών ηγεσιών και αποτελούν «ξένο σώμα» στην Ιστορία και τους αγώνες των ευρωπαϊκών λαών.

Το Διευθυντήριο της Ευρωζώνης ασφαλώς και συνεχίζει το βασικό του «επίτευγμα»: την υποχρέωση όλων των παραγόντων των ευρωπαϊκών εξελίξεων στην καθήλωση της δημοσιονομικής στρατηγικής, του δημοσιονομικού ελλείμματος και του δημόσιου χρέους. Η κρίση θα ταλανίζει χώρες και λαούς, εφόσον οι ηγεσίες τους συνεχίζουν να επιμένουν στο συντηρητικό δρόμο των δημοσιονομικών προοπτικών που αποτελεί βέβαια, προνομιακό πεδίο των απανταχού νεοφιλελεύθερων.

Για τις χώρες όμως και τους λαούς, έξοδος από την κρίση σημαίνει επενδύσεις δημόσιες και ιδιωτικές, επιχειρήσεις, θέσεις εργασίας, προϊόντα, εξαγωγές, υπηρεσίες, καινοτομία, τεχνολογικοί εξοπλισμοί. Είναι δύο κόσμοι αντίθετοι.

Με την εμμονή τους για την ευόδωση μιας αποτυχημένης πολιτικής, μετέρχονται όλα τα μέσα, επιστρατεύοντας και το οπλοστάσιο της φαιάς προπαγάνδας και του εκφοβισμού, ως εάν να απευθύνονταν σε υπηκόους και όχι σε πολίτες. Προβαίνουν δε, ακόμη και στη δημιουργία πολιτικών κρίσεων, αποσταθεροποίησης Κυβερνήσεων, οικονομιών και εμπιστοσύνης καταθετών και επενδυτών.

Την εν λόγω μελανή εξέλιξη βιώνει η ελληνική κοινωνία σήμερα, ενόψει της διενέργειας δημοψηφίσματος από την Κυβέρνηση.

Η Κυβέρνηση ασφαλώς και δεν ευθύνεται για την κατάσταση της διάλυσης της χώρας. Την ευθύνη έχουν όσοι ενέταξαν τη χώρα στο ΔΝΤ και τα μνημόνια, οι οποίοι τώρα αντί να σιωπούν, συμπράττουν με το Διευθυντήριο της Ευρωζώνης προκειμένου να οδηγήσουν σε πολιτική κρίση τη χώρα.

Προφανώς, και είχε το δικαίωμα η Κυβέρνηση, εφόσον υφίστατο εκβιασμούς, να θέσει σε νέα βάση τη διαπραγμάτευση μέσω της διενέργειας δημοψηφίσματος.

Ωστόσο, η Κυβέρνηση ακολούθησε λαθεμένες επιλογές και τακτικές, μη λαμβάνοντας υπόψη της, ένα σύμπλεγμα δυνάμεων μέσα και έξω από την Ευρωζώνη, που έχουν κάθε συμφέρον να αποτύχει μια προοδευτική διακυβέρνηση στη χώρα, δυνάμεις του μονόδρομου, δυνάμεις τρίτων χωρών και άλλων νομισμάτων και δυνάμεις εγχώριων, παρασιτικών οικονομικών και πολιτικών κύκλων.

Η διαδικασία του δημοψηφίσματος αποτελεί δημοκρατικό δρόμο για όλους εμάς τους πολίτες που θέλουμε μια Ευρωπαϊκή Ένωση δημοκρατική, αμοιβαιότητας και ισοτιμίας για την ανάπτυξη χωρίς μνημόνια και λιτότητα, σε βάρος των δυνάμεων της εργασίας.

Η δέσμευση της ελληνικής Κυβέρνησης σε σχέση με το περιεχόμενο του ΟΧΙ για το δημοψήφισμα δεν αφορά στη ρήξη αλλά αποτελεί μέρος μιας διαπραγμάτευσης στη λογική ότι η πολιτική διαπραγμάτευση θα επικρατήσει επί των συμφερόντων και των πολιτικών της ευρωπαϊκής δεξιάς και της δεξιάς σοσιαλδημοκρατίας.

Το «μνημονιακό μπλοκ» σε αγαστή συνεργασία με το Διευθυντήριο της Ευρωζώνης, αντί να κάνει την αυτοκριτική του, επιδίδεται σε μία χοντροειδή και φθηνή προπαγάνδα που συνδυάζεται με δηλώσεις αξιωματούχων της Ευρωζώνης που συνιστούν ανοιχτή πολιτική επέμβαση στα εσωτερικά της χώρας, ότι δήθεν με το δημοψήφισμα διακυβεύεται η θέση της χώρας στην Ευρωζώνη και στο Ευρώ, έχοντας ήδη ως εκβιαστικό όπλο την αργία των Τραπεζών και τον περιορισμό των τραπεζικών συναλλαγών.

Η παρακμή ορισμένων ηγεσιών εκδηλώνεται στην παρούσα όξυνση της κρίσης σε όλο της το μεγαλείο. Την ποδηγέτηση την ονομάζουν δίκαιο και την αποτυχία των επιλογών τους, την ονομάζουν ευθύνη.

Η επιδίωξη τους με την πρόταξη του «ΝΑΙ» στην πολιτική των δανειστών, είναι να οδηγήσουν σε πολιτική κρίση, αλλαγή Κυβέρνησης και επικράτηση των επιλογών των δανειστών καθότι η Κυβερνητική πλευρά προτείνει εντός του δημοσιονομικού πλαισίου, άλλους όρους. Δε ζητά ανατροπή του, ούτε ρήξη με την Ευρωζώνη. Έχουν υπερβεί κάθε όριο πολιτικής εξαπάτησης.

 Έχει σημασία να επισημάνουμε ότι πρόκειται για μια επιδίωξη κυριαρχίας ενός «μαύρου μετώπου» και αυτό πρέπει να το λάβουν υπόψη τους οι πολίτες που ενδεχομένως δεν έχουν ακόμη αντιληφθεί τις βαθύτερες επιδιώξεις των «yes man» που αφορούν στην επέμβαση στη χώρα, στην κατάλυση κατοχυρωμένων με συνθήκες, δικαιωμάτων της και στην επιβολή αποτυχημένων πολιτικών.

Η χώρα είναι σε δυσμενή θέση. Και η Κυβέρνηση είναι σε δυσχερή θέση. Η πρόταση της για τη συνέχιση της διαπραγμάτευσης και μετά το δημοψήφισμα πρέπει να υποστηριχθεί έναντι των δανειστών. Η πρόταση της Κυβέρνησης δεν εμπεριέχει ούτε απειλές, ούτε εκβιασμούς. Εμπεριέχει μια απαίτηση για μια ισότιμη διαπραγμάτευση.

Και για αυτό πρέπει να υποστηρίξουμε το ΟΧΙ, ως ελάχιστη βάση στο δημοψήφισμα προκειμένου η χώρα να αποκτήσει περαιτέρω δυνατότητα και η Κυβέρνηση να φέρει σε πέρας τη διαπραγμάτευση εντός του ευρώ και της Ευρωζώνης.

Υποστηρίζουμε το ΟΧΙ για τα οικονομικά και κοινωνικά ερείπια που επέφεραν οι δυνάμεις των μνημονίων.

Υποστηρίζουμε το ΟΧΙ απέναντι σε αυτές τις δυνάμεις που επιδιώκουν να ανασυνταχθούν ως «μέτωπο» με πυρήνα όλο το νεοφιλελεύθερο σύστημα και το χρηματιστηριακό και το υπαλληλικό πολιτικό τους προσωπικό μέσα και έξω από τη χώρα, που παριστάνουν τους ηγέτες και τους αρχηγούς κομμάτων. Το εν λόγω μπλοκ έχει ως στρατηγική τη ρεβάνς.

Προέχει η αναμέτρηση με αυτές τις πολιτικό-οικονομικές δυνάμεις.

Η χώρα χρειάζεται μια κουλτούρα προοδευτικής πολιτικής διακυβέρνησης στη βάση της πλειοψηφίας. Και  πλευρές αυτής της αντίληψης είναι η απομόνωση των κύκλων και των αντιλήψεων που προκαλούν την αβεβαιότητα και την αστάθεια, στοιχεία που πάντα αποτελούσαν το έδαφος εκμετάλλευσης τους από  συντηρητικές δυνάμεις.

Η χώρα χρειάζεται μια σταθερά προοδευτική πολιτική που θα προωθεί αλλαγές και θα απομονώνει τη συντήρηση και τις καταστροφικές δυνάμεις του μονόδρομου.

Αλλά επίσης, είναι προφανές ότι με την εμπλοκή και την αποτυχία των διαπραγματεύσεων τόσο σε κυβερνητικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο χρειάζεται ανασύνταξη των προοδευτικών, των αντί-νεοφιλελεύθερων και αντί-μνημονιακών δυνάμεων.  Η ανάληψη πρωτοβουλιών και η διορθωτική πορεία στην κυβερνητική πολιτική είναι οι ελάχιστοι όροι για να ανταποκριθεί μια προοδευτική Κυβέρνηση στις απαιτήσεις της κρίσης καθώς και στη διαχείριση των κρίσιμων υποθέσεων της επόμενης περιόδου.

Η Κυβέρνηση επίσης, θα πρέπει να μεταβάλλει τη στρατηγική της και να στραφεί από τη δημοσιονομική καθήλωση, στην αντιμετώπιση της διάλυσης της παραγωγικής βάσης της χώρας και στην αντιμετώπιση της ανεργίας. Ήδη με την παράταση των διαπραγματεύσεων έχει επέλθει περαιτέρω βλάβη στην πραγματική οικονομία και στην κοινωνία.

Μέχρι την επιτυχή έκβαση αυτής της προσπάθειας, θα υπάρξουν μεταβατικές συμφωνίες. Και πρέπει να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους.

Η παράταση των διαπραγματεύσεων στο συντηρητικό, δημοσιονομικό πεδίο ασφαλώς και αποτελεί μέθοδο κύκλων στην Ευρωζώνη αλλά ευθύνεται και η ελληνική Κυβέρνηση που έπρεπε να είχε καθαρίσει ήδη το τοπίο με μια μεταβατική συμφωνία καθότι η κρίση θα συνεχιστεί. Και ο αγώνας πρέπει να συνεχιστεί.

Η χώρα χρειάζεται και μεταβατικές συμφωνίες στη βάση του συσχετισμού δυνάμεων καθώς και ένα μεταβατικό πρόγραμμα ανασύνταξης, τουλάχιστον διετίας.

Μια προοδευτική Κυβέρνηση που θέλει αλλαγές, χρειάζεται προϋποθέσεις και όχι αποτυχίες προκειμένου να οργανώσει επιμέρους και διαδοχικές ρήξεις απέναντι στη συντήρηση και να οδηγήσει τη χώρα στην παραγωγή, στην ανάπτυξη και στην εργασία. Και οι διατυπώσεις περί οριστικών λύσεων δεν ανταποκρίνονται στις παρούσες συνθήκες. Θα χρειαστούν μεταβατικές πολιτικές και μεταβατικές περίοδοι.

Οι θιασώτες των μετωπικών συγκρούσεων και ρήξεων καθώς και των οριστικών λύσεων ιστορικά έχουν ηττηθεί και στη χώρα μας και διεθνώς.

Η αποκατάσταση του βιοτικού επιπέδου της πλειοψηφίας των πολιτών, η ανάκτηση των απολεσθέντων δημοκρατικών, εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων και εισοδηματικών απωλειών της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών, απαιτεί μακροπρόθεσμη συλλογική προσπάθεια. Προϋπόθεση όλων αυτών αποτελεί μια προοδευτική πολιτική που θα ενώνει τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού και ταυτόχρονα θα οδηγεί στην απομόνωση τις δυνάμεις της διαπλοκής, του φόβου, των εκβιασμών και όσον απεργάζονται δόλιες και τυχοδιωκτικές εκτροπές στην πορεία της ελληνικής Δημοκρατίας.

Με το λαό πρωταγωνιστή και όλες τις δυνάμεις του συστήματος στη γωνία.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο επίσης, η ανάκτηση της αυτονομίας της Πολιτικής που θα απαλλάξει την ΕΕ από το ΔΝΤ και την νεοφιλελεύθερη επικυριαρχία και θα συμβάλλει στη θεσμοθέτηση ενός Ευρωπαϊκού νομισματικού μηχανισμού, αμοιβαιοποίησης του χρέους, εισαγωγής του θεσμού των ευρωομολόγων, μιας κοινής τραπεζικής αρχής και εγγύησης των καταθέσεων και μιας κοινά αποδεκτής δημοσιονομικής  πολιτικής με βάση τις πραγματικές δυνατότητες των χωρών-μελών της Ε.Ε. και με αντίστοιχες μεταβιβάσεις από τις πλεονασματικές χώρες στις ελλειμματικές, απαιτεί μακροπρόθεσμη συλλογική προσπάθεια των προοδευτικών δυνάμεων πανευρωπαϊκά.

Η κρίση αφορά και στο ευρύτερο διεθνές περιβάλλον, θα είναι διαρκής και μακροπρόθεσμη. Για να χτίσουμε μια προοδευτική Ε.Ε. χρειάζονται καταρχήν, προοδευτικές Κυβερνήσεις.


Αφήνουμε στην άκρη την απάθεια και τον εκφοβισμό.

Υποστηρίζουμε το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα την προσεχή Κυριακή.

Ως πολίτες, έχουμε το λόγο.


22 Ιουν 2015


Καμία πλευρά δεν έχει την παρούσα περίοδο επιδίωξη για ρήξη. Ούτε το Διευθυντήριο της Ευρωζώνης που ασκεί πολιτική κυριαρχίας και επιβολής όρων, ούτε και η Κυβέρνηση που επιδιώκει έναν συμβιβασμό. Κάθε άλλη συζήτηση επ’ αυτού, εξυπηρετεί συμφέροντα ή αφορά επιτήδειους.

Οι μειοψηφικές πολιτικές πόλωσης και οι τακτικές εντυπώσεων κρίνονται από την ουσία και όχι από τις απειλές χωρίς αντίκρισμα και τις πρακτικές συσπείρωσης-αντισυσπείρωσης. Η χώρα χρειάζεται μια κουλτούρα προοδευτικής πολιτικής διακυβέρνησης στη βάση της πλειοψηφίας. Και  πλευρές αυτής της αντίληψης είναι η απομόνωση των κύκλων και των αντιλήψεων που προκαλούν την αβεβαιότητα και την αστάθεια, στοιχεία που πάντα αποτελούσαν το έδαφος εκμετάλλευσης τους από  συντηρητικές δυνάμεις.

Η Ευρωζώνη είναι σε κρίση εξαιτίας των στρατηγικών του νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας. Είναι σε ύφεση, σε ανεργία και σε φτώχεια. Η Ε.Ε. έχει επίσης, σοβαρά θέματα στρατηγικού χαρακτήρα με τους συμμάχους της και έναντι των ανταγωνιστών της. Λόγω της αποτυχίας του δημοσιονομικού προγράμματος και της νεοφιλελεύθερης πολιτικής των μνημονίων επιδιώκουν να επιβάλλουν στην Ελλάδα μια δήθεν διορθωτική πολιτική που όμως θα εκφράζει ιδεολογικά, πολιτικά και οικονομικά την κυριαρχία της δημοσιονομικής στρατηγικής επί της Οικονομίας, γνώριμη πολιτική του νεοφιλελευθερισμού που διέπει την πλειοψηφία των ηγεσιών της Ε.Ε.

Αυτή η τεχνητή διόγκωση και η παρουσίαση της δημοσιονομικής κατάστασης της Ελλάδας ως το δήθεν μείζον ζήτημα στην Ε.Ε. είναι μια καιροσκοπική επιλογή ηγεσιών πολύ κατώτερων των περιστάσεων που θέλουν να εξυπηρετήσουν συγκεκριμένα συμφέροντα χρηματοπιστωτικά, τραπεζικά, επιχειρηματικά και με την πρωτοκαθεδρία του γερμανικού ηγεμονισμού.

Τα αδιέξοδα και οι αντιφάσεις της νεοφιλελεύθερης ηγεσίας της Ε.Ε. θα έχουν διάρκεια. Από τη μία εμφανίζονται τόσο οι ίδιοι όσο και πιο προκλητικά και τα δίκτυα τους στο χρηματοπιστωτικό και χρηματιστηριακό σύστημα και στα αντίστοιχα ανυπόληπτα διεθνή ΜΜΕ, ότι δήθεν η Ελλάδα απειλείται με έξοδο από το ευρώ και από την άλλη, είναι χαρακτηριστικές οι διατυπώσεις τους για την ισχύ και το μέλλον του ευρώ και της Ευρωζώνης από την πρώτη κιόλας παράγραφο του σχεδίου  απόφασης για τη Σύνοδο Κορυφής την προσεχή Πέμπτη, 25 Ιούνιου, όπου αναφέρουν: «Το ευρώ είναι ένα επιτυχές και σταθερό νόμισμα», αναγνωρίζοντας την αύξηση της ανεργίας, την ύφεση και την ανάγκη για ένα «πολιτικό και οικονομικό σχέδιο που θα έχει μια μακροχρόνια, δίκαιη και δημοκρατικά νόμιμη βάση».

Και ενώ στην πράξη οξύνουν τις ανισότητες στην Ευρωζώνη και στην Ε.Ε. συνολικά, στη λογική της Ένωσης των δύο ταχυτήτων, μεταξύ των προτάσεων τους επιδιώκουν την οργάνωση δράσεων «για να εξισορροπήσουν το εισόδημα φτωχότερων κρατών με τα πλουσιότερα».

Ανησυχία διέπουν και τις ΗΠΑ για τη συνεχιζόμενη κρίση στην Ευρωζώνη. Οι συνεχείς παρεμβάσεις της ηγεσίας των ΗΠΑ αποβλέπουν στο να αναδείξουν: 1. τις διαφορετικές οικονομικές επιλογές από την έναρξη της κρίσης το 2008  που συνέβαλαν με σχετική επιτυχία στην αντιμετώπιση της κρίσης σε αντίθεση με την αποτυχημένη πολιτική του σκληρού Ευρώ και του φαύλου οικονομικού κύκλου που επί μία επταετία αναπαράγεται στην Ευρωζώνη. 2. τον περιορισμό της γερμανικής κυριαρχίας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και 3. τη διασφάλιση των ενεργειακών τους συμφερόντων μέσω και ευρωπαϊκών δικτύων.

Από άποψη ουσίας, σοβαρά ζητήματα στρατηγικής για τη Δύση, για τις εν λόγω δυνάμεις αποτελούν:

Πρώτον, η Διατλαντική Ένωση ελεύθερου εμπορίου ΤΤΙΡ, που αποτελεί και το μεγάλο στοίχημα των αγορών, των πολυεθνικών κολοσσών και των δικτύων τους τόσο στο δυτικό όσο και στο υπόλοιπο κόσμο. Η Διατλαντική αυτή Ένωση ως ένωση των ΗΠΑ, του Καναδά και της Ε.Ε., επιχειρείται από τις δυνάμεις του νεοφιλελευθερισμού να εξελιχθεί σε μια περαιτέρω πολιτική, πολιτιστική, οικονομική και στρατιωτική υπερδύναμη στα πλαίσια και του ΝΑΤΟ.

Οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. έχουν ήδη επιβάλλει τη γραμμή της απομόνωσης της Ρωσίας λόγω της εμπλοκής της στο Κίεβο της Ουκρανίας από το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Είναι προφανής η επιδίωξη και η διαμόρφωση όρων για ένα νέο διπολισμό απέναντι στη Ρωσία, την Κίνα και τις χώρες των Brics. Οι δυνάμεις της ειρήνης και οι δυνάμεις της συνεργασίας είναι απαραίτητο όσο ποτέ να παρέμβουν αποτρεπτικά και να δημιουργήσουν όρους ασφάλειας, αμοιβαιότητας και συνεργασίας στην ευρωπαϊκή ήπειρο.

Δεύτερον, προωθείται μια νέα κούρσα εξοπλισμών του στρατιωτικό-βιομηχανικού συμπλέγματος προς εξυπηρέτηση ενός διττού στόχου: Αφενός, της οικονομικής εξάντλησης της Ρωσίας, λόγω της ανάγκης εφαρμογής εξοπλιστικών προγραμμάτων και από μέρους της και αφετέρου, της αναθέρμανσης των βιομηχανικών πολεμικών εξοπλισμών για το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης σε μια σειρά από χώρες της Δύσης που παράγουν πολεμικό υλικό, αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων. Στα πλαίσια αυτά εντάσσεται και η πρόσφατη εντατικοποίηση των εξοπλισμών από μέρους των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Και είναι κρίσιμο θέμα για την Ευρώπη ότι δεν υπάρχει συζήτηση για την ευρωπαϊκή ασφάλεια, ενόψει αυτών των αρνητικών εξελίξεων για την ασφάλεια και την ειρήνη.

Τρίτον, προωθείται μια νέα αρχιτεκτονική στην Ε.Ε. και στην Ευρωζώνη των δύο ταχυτήτων με την οποία αποσκοπούν στο να επιβάλλουν την εμβάθυνση της Ένωσης ιδιαίτερα στην Ευρωζώνη με όρους νεοφιλελευθερισμού και κυριαρχίας ορισμένων δυνάμεων και για το σκοπό αυτό σχεδιάζουν τη δημιουργία και νέων θεσμών.

Στην Ε.Ε. και στην Ευρωζώνη επιδιώκουν να εντάσσονται χώρες που θα ανήκουν στην σκληρή «πρώτη ταχύτητα» και οι υπόλοιπες χώρες στη δεύτερη, γεγονός βέβαια που αποτελεί ήδη μια πραγματικότητα για την ίδια, ως αποτέλεσμα των πολιτικών που εφαρμόζουν όπου οι αρχές της Ε.Ε. για ισοτιμία και αλληλεγγύη έχουν κατεδαφιστεί και υποβαθμιστεί με την προετοιμασία δημιουργίας «ενός ταμείου (treasury) της Ευρωζώνης» ως «ταμείο απόρων χωρών», που θα οδηγούνται σε αποεπένδυση και σε διάλυση σημαντικές παραγωγικές, οικονομικές δραστηριότητες.

Ως εκ τούτου, πολύ «μελάνι» και αφόρητη προπαγάνδα ότι δήθεν το στρατηγικό διακύβευμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης αποτελεί το δημοσιονομικό ζήτημα της Ελλάδας, που αποτελεί ένα επιμέρους ζήτημα στην κρίση της Ευρωζώνης και στη ευρύτερη στρατηγική της Δύσης. Μια χώρα που η Οικονομία της αντιπροσωπεύει μόλις το 2% του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ.

 Και το πολιτικό θέατρο έχει όρια. Πολιτικές ηγεσίες με το δημόσιο λόγο τους απαξιώνουν κάθε έννοια της Πολιτικής, καταφεύγοντας σε λογικές τόσο δημόσιων εκβιασμών όσο και ανεπίσημων σε συνεργασία με διαπλεκόμενα ΜΜΕ και συστήματα διαπλοκής στο τραπεζικό σύστημα  για την λαφυραγώγηση καταθέσεων με τη μέθοδο αποσταθεροποιητικών πρακτικών και δημιουργίας αβεβαιότητας όσον αφορά τις εξελίξεις μιας διαπραγμάτευσης. Οι πρακτικές αυτές παραπέμπουν σε κοινωνίες ζούγκλας και κατάπτωσης πολιτικών ηγεσιών με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το πρόσφατο μαγνητοσκοπημένο μήνυμα του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντ. Τουσκ που υπήρξε και Πρωθυπουργός χώρας.

Η κρίση θα ταλανίζει χώρες και λαούς εφόσον οι ηγεσίες τους συνεχίζουν να επιμένουν στο συντηρητικό δρόμο των δημοσιονομικών προοπτικών, του ελλείμματος και του χρέους. Αποτελεί βέβαια, προνομιακό πεδίο των απανταχού νεοφιλελεύθερων. Για τις χώρες όμως και τους λαούς, έξοδος από την κρίση σημαίνει επενδύσεις δημόσιες και ιδιωτικές, επιχειρήσεις, θέσεις εργασίας, προϊόντα, εξαγωγές, υπηρεσίες, καινοτομία, τεχνολογικοί εξοπλισμοί. Είναι δύο κόσμοι αντίθετοι.

Στα πλαίσια αυτά, το Διευθυντήριο της Ευρωζώνης συνεχίζει να ασκεί πολιτική ισχύος και επιβολής της δημοσιονομικής στρατηγικής απέναντι στην Οικονομία και τις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Αυτό έχει αποδειχθεί ότι συνιστά μια εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο. Δεν υπάρχει Ευρωζώνη που να διέπεται από αρχές και Συνθήκες. Δεν πρόκειται πλέον για Ένωση αλλά για Κυβερνήσεις που κυριαρχούν και ασκούν πολιτικές που απέχουν από τις αρχές της Ε.Ε., που μετέρχονται όλα τα μέσα επιστρατεύοντας και το οπλοστάσιο της φαιάς προπαγάνδας και του εκφοβισμού ως εάν να απευθύνονταν σε υπηκόους και όχι σε πολίτες. Προβαίνουν δε ακόμη και στη δημιουργία πολιτικών κρίσεων, αποσταθεροποίησης Κυβερνήσεων, οικονομιών και εμπιστοσύνης καταθετών και επενδυτών.

Υπό αυτό το καθεστώς οι Κυβερνήσεις του μονόδρομου και των μνημονίων της τελευταίας 5ετίας στην Ελλάδα οδήγησαν σε διάλυση τη χώρα και ορισμένες δυνάμεις εξ αυτών με πρωτοφανή θρασύτητα εμφανίζονται ως κήνσορες προσπαθώντας να αποσιωπήσουν τις ευθύνες τους, παριστάνοντας ότι ζούμε σε χώρα «λωτοφάγων». Οι δυνάμεις που οδήγησαν τη χώρα στη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα είναι σε ανοιχτή σύμπραξη και επικοινωνία με τους ομοϊδεάτες τους στην Ε.Ε. Είναι εμφανή τα δίκτυα και οι δυνάμεις που συνδέονται με ορισμένες όψεις της Οικονομίας, χρηματοπιστωτικός τομέας, τράπεζες αλλά και επιχειρηματικοί όμιλοι που επιδιώκουν τη διατήρηση της υποτίμησης των δυνάμεων της εργασίας.

Η Κυβέρνηση του Α. Τσίπρα επιδιώκει μέσα από τη μέχρι τώρα διαπραγμάτευση μια συμφωνία όπου η χώρα θα εξασφαλίσει ρευστότητα στο τραπεζικό σύστημα και χρηματοδότηση των αναγκών του Δημοσίου, ιδιαίτερα όσον αφορά την εκπλήρωση δανειακών υποχρεώσεων. Η επιμονή της Κυβέρνησης θα έπρεπε να αφορά στα εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ που απώλεσε η χώρα και οι πολίτες από την νεοφιλελεύθερη επιδρομή της 5ετίας και ένα σχέδιο αποζημίωσης επ’ αυτών.

Από τις εξελίξεις είναι προφανές ότι δεν υπάρχει πλαίσιο αρχών Ευρωζώνης αλλά απαιτήσεις Κυβερνήσεων, οι οποίες επιδιώκουν να επικρατήσουν πάνω σε μια αποτυχημένη πολιτική στη λογική του μονόδρομου και της κυριαρχίας.

Η στρατηγική διαπραγμάτευσης της Κυβέρνησης εδώ και ένα 5μηνο εντάσσεται  στη συντηρητική στρατηγική της δημοσιονομικής σταθερότητας των αντίπαλων Κυβερνήσεων στην Ευρωζώνη. Μια προοδευτική στρατηγική πρώτα από όλα προτάσσει την πραγματική Οικονομία, τις επενδύσεις, την ανάπτυξη, την παραγωγική βάση. Αυτή τη στρατηγική που αντιμετωπίζουν με εχθρότητα Κυβερνήσεις της Ευρωζώνης. Με την στρατηγική της λιτότητας δεν υπάρχει λύση. Η κρίση θα συνεχίζεται. Η λύση θα προέλθει μόνο με την ήττα αυτή της πολιτικής. Με την ήττα της λιτότητας, με την ήττα του νεοφιλελευθερισμού. Μέχρι την επιτυχή έκβαση αυτής της προσπάθειας, θα υπάρξουν μεταβατικές συμφωνίες. Και πρέπει να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους.

Από άποψη ουσίας και τακτικής δεν μπορεί να διογκώνεται ένα θέμα που αφορά τη συντηρητική πολιτική. Αποπροσανατολίζει τις προοδευτικές δυνάμεις. Δεν μπορεί να παρουσιάζεται ως «μητέρα όλων των μαχών», το δημοσιονομικό ζήτημα.

Οι μειοψηφικές πολιτικές πόλωσης και οι τακτικές εντυπώσεων κρίνονται από την ουσία και όχι από τις απειλές χωρίς αντίκρισμα και τις πρακτικές συσπείρωσης-αντισυσπείρωσης. Η χώρα χρειάζεται μια κουλτούρα προοδευτικής πολιτικής διακυβέρνησης στη βάση της πλειοψηφίας. Και  πλευρές αυτής της αντίληψης είναι η απομόνωση των κύκλων και των αντιλήψεων που προκαλούν την αβεβαιότητα και την αστάθεια, στοιχεία που πάντα αποτελούσαν το έδαφος εκμετάλλευσης τους από  συντηρητικές δυνάμεις

Είναι άλλωστε, κοινός τόπος ότι το σύστημα διαπλοκής και επιχειρηματικοί κύκλοι τόσο με την ανοχή όσο και με τη σύμπραξη Κυβερνήσεων σχεδόν για τρεις δεκαετίες επέβαλαν να μην ανοίγει καμιά δημόσια συζήτηση στη χώρα για την πραγματική Οικονομία.

Προφανείς οι λόγοι και κυρίως να μην γίνεται αναφορά στο ετήσιο παραγόμενο πλούτο, στη διανομή του, στη φοροδιαφυγή και στη μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών. Αντίστοιχα, εξέτρεπαν τη συζήτηση στα δημοσιονομικά με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί διαχρονικά η πεποίθηση ότι τα δημοσιονομικά είναι το πρόβλημα της ελληνικής Οικονομίας. Οι εν λόγω κύκλοι του «δημοσιονομικού στρατοπέδου» είχαν και έχουν συμμάχους και στα Πανεπιστήμια και στα οικονομικά επιτελεία των περισσότερων κομμάτων, ως θιασώτες του δημοσιονομικού ελλείμματος και του δημόσιου χρέους και όχι της πραγματικής Οικονομίας και της ανάπτυξης της χώρας.

Η Κυβέρνηση θα πρέπει να μεταβάλλει τη στρατηγική της και να στραφεί από τη δημοσιονομική καθήλωση στην αντιμετώπιση της διάλυσης της παραγωγικής βάσης της χώρας και στην αντιμετώπιση της ανεργίας. Ήδη με την παράταση των διαπραγματεύσεων έχει επέλθει περαιτέρω βλάβη στην πραγματική οικονομία και στην κοινωνία.

Η στροφή αυτή θα αποτελέσει θετική εξέλιξη για τη χώρα. Με κυρίαρχες τις νεοφιλελεύθερες δυνάμεις στην Ε.Ε., από το περιεχόμενο της συμφωνίας θα κριθεί αν θα είναι αμοιβαία επωφελής ή θα αποτελεί μια ετεροβαρή συμφωνία με πολιτικές λιτότητας.

Οι πρόσφατες προτάσεις περί της εκχώρησης της συλλογής των εσόδων του κράτους σε μια Ανεξάρτητη Αρχή Φόρων και Τελών καθώς και ο διαρκής έλεγχος του προϋπολογισμού από ένα ανεξάρτητο από την Κυβέρνηση, Δημοσιονομικό Συμβούλιο που θα έχει τη δυνατότητα να προβαίνει σε οριζόντιες περικοπές, είναι αντίθετες με τις αρχές της λαϊκής κυριαρχίας και της δυνατότητας πολιτικής διακυβέρνησης της χώρας. Όταν μια Κυβέρνηση της Ευρωζώνης παίρνει μέρος σε διαπραγματεύσεις είναι απαράδεκτο Υπουργοί της να καλούν την Καγκελάριο της Γερμανίας να αποφασίσει, καταλύοντας περαιτέρω αυτό για την ανάκτηση του οποίου αγωνιζόμαστε, της πολιτικής ισοτιμίας δηλαδή της χώρας.

Η παράταση των διαπραγματεύσεων στο συντηρητικό, δημοσιονομικό πεδίο ασφαλώς και αποτελεί μέθοδο κύκλων στην Ευρωζώνη αλλά ευθύνεται και η ελληνική Κυβέρνηση που έπρεπε να είχε καθαρίσει ήδη το τοπίο με μια μεταβατική συμφωνία καθότι η κρίση θα συνεχιστεί.

Η ανεργία και η οικονομική δυσπραγία εκτεταμένων στρωμάτων στην ελληνική κοινωνία που εντείνεται και από την παράταση των διαπραγματεύσεων, δεν αποτελεί θετική εξέλιξη.

Τη δε αβεβαιότητα που διαπερνά την ελληνική κοινωνία επιδιώκουν να αξιοποιήσουν οι δυνάμεις της συντήρησης για τη δημιουργία μετωπικών σχημάτων προκαλώντας και το γέλωτα με όχημα τη δήθεν διακινδύνευση της προοπτικής και του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας. Είναι προφανές ότι θα είναι διαρκής ο αγώνας για την απομόνωση των δυνάμεων του μονόδρομου στις οποίες κυριαρχούν δίκτυα με επιδιώξεις αναχρονιστικές και ιδιοτελείς.

Το ευρωπαϊκό περιτύλιγμα αποτελεί το πρόσχημα προκειμένου να ανακάμψουν και να αποσιωπήσουν τις ευθύνες τους για τη διάλυση της χώρας. Μία από τις επιδιώξεις του ήταν και είναι η επιδίωξη της πόλωσης με συσπείρωση και αντί- συσπείρωση για να συσκοτίσουν την ουσία των καταστροφικών  πολιτικών του μνημονιακού μετώπου.

Μέλη της Κυβέρνησης δεν μπορεί να προβαίνουν σε απειλές και διλήμματα περί εκλογών και δημοψηφίσματος, η χώρα χρειάζεται μεταβατικές συμφωνίες στη βάση του συσχετισμού δυνάμεων όσον αφορά τη σχέση της χώρας με την Ε.Ε. αλλά και η χώρα χρειάζεται ένα μεταβατικό πρόγραμμα ανασύνταξης, τουλάχιστον διετίας.

Καμία πλευρά δεν έχει την παρούσα περίοδο επιδίωξη για ρήξη. Ούτε το Διευθυντήριο της Ευρωζώνης που ασκεί πολιτική κυριαρχίας και επιβολής όρων, ούτε και η Κυβέρνηση που επιδιώκει έναν συμβιβασμό. Κάθε άλλη συζήτηση επ’ αυτού, εξυπηρετεί συμφέροντα ή αφορά επιτήδειους.

Μια προοδευτική Κυβέρνηση που θέλει αλλαγές, χρειάζεται προϋποθέσεις και όχι αποτυχίες προκειμένου να οργανώσει επιμέρους και διαδοχικές ρήξεις απέναντι στη συντήρηση και να οδηγήσει τη χώρα στην παραγωγή, στην ανάπτυξη και στην εργασία. Και οι διατυπώσεις περί οριστικών λύσεων δεν ανταποκρίνονται στις παρούσες συνθήκες. Θα χρειαστούν μεταβατικές πολιτικές και μεταβατικές περίοδοι.

Οι θιασώτες των μετωπικών συγκρούσεων και ρήξεων καθώς και των οριστικών λύσεων ιστορικά έχουν ηττηθεί και στη χώρα μας και διεθνώς.

Η χώρα χρειάζεται μια σταθερά προοδευτική πολιτική που θα προωθεί αλλαγές και θα απομονώνει τη συντήρηση και τις καταστροφικές δυνάμεις του μονόδρομου, ένα σχέδιο επιμέρους και διαδοχικών ρήξεων, ένα σχέδιο για ανάπτυξη, εργασία και ανάκτηση δημοκρατικών, εισοδηματικών, εργασιακών δικαιωμάτων και κατακτήσεων.

Σε επίπεδο χώρας, η αποκατάσταση του βιοτικού επιπέδου της πλειοψηφίας των πολιτών, η ανάκτηση των απολεσθέντων δημοκρατικών, εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων και εισοδηματικών απωλειών της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών, απαιτεί μακροπρόθεσμη συλλογική προσπάθεια.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο επίσης, ανάκτηση της αυτονομίας της πολιτικής που θα απαλλάξει την ΕΕ από το ΔΝΤ και την νεοφιλελεύθερη επικυριαρχία και θα συμβάλλει στη θεσμοθέτηση ενός Ευρωπαϊκού νομισματικού μηχανισμού, αμοιβαιοποίησης του χρέους, εισαγωγής του θεσμού των ευρωομολόγων, μιας κοινής τραπεζικής αρχής και εγγύησης των καταθέσεων και μιας κοινά αποδεκτής δημοσιονομικής  πολιτικής με βάση τις πραγματικές δυνατότητες των χωρών-μελών της Ε.Ε. και με αντίστοιχες μεταβιβάσεις από τις πλεονασματικές χώρες στις ελλειμματικές, απαιτεί μακροπρόθεσμη συλλογική προσπάθεια των προοδευτικών δυνάμεων πανευρωπαϊκά.

Η διένεξη θα είναι διαρκής και μακροπρόθεσμη. Για να χτίσουμε μια προοδευτική Ε.Ε. χρειάζονται καταρχήν, προοδευτικές Κυβερνήσεις

Η χώρα και η πλειοψηφία του ελληνικού λαού βρίσκονται σε ένα κρίσιμο σημείο που χρειάζονται πρωτίστως, δημοκρατικές και προοδευτικές λύσεις και για μια ελπιδοφόρα πορεία.

21 Φεβ 2015

Μετά τη θέση μου στις 11 Φεβρουαρίου, ότι θα υπογραφεί συμφωνία,  επανερχόμαστε σήμερα ύστερα από την κακότεχνη και αφόρητη κινδυνολογία των κερδοσκόπων και των φιλικών  ΜΜΕ για να επαναβεβαιώσουμε τη σωστή εκτίμηση μας ότι συμφωνία  θα υπάρξει. Επίσης, μια κατ’ αρχήν προσέγγιση σχετικά με το νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Α.   Όσον αφορά στη μεταβατική πρόταση της κυβέρνησης του Α. Τσίπρα στην Ευρωζώνη:

Ασφαλώς και έχουν σημασία πρώτον, ότι αποτελεί μεταβατική πολιτική και  δεύτερον, ότι   ορισμένες  νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις στην Ευρωζώνη, οχυρώνονται  πίσω από το μανδύα των δανειστών γιατί θέλουν να διασωθούν πολιτικά και επέλεξαν τη γνωστή πολιτική των τελεσιγράφων.

Τα κρίσιμα θέματα που έθετε ο ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά ήταν τρία:

1. Διαγραφή ενός μέρους του δημόσιου χρέους. Τώρα υποχωρεί και αποδέχεται μεταβατικά μια άλλη συζήτηση. Η κυβέρνηση εδραίωσε συμμαχίες –τόσο στην Ευρωζώνη, όσο και διεθνώς- κατά της στρατηγικής της λιτότητας που εκπορεύεται από το Βερολίνο, με βλαπτικές συνέπειες τόσο για τη χώρα αλλά και για τη οικονομία της Ευρωζώνης καθώς και σε διεθνή κλίμακα.

Ωστόσο δεν απέκτησε συμμαχίες όσον αφορά στη διαγραφή ενός μέρους του χρέους ή αναδιάρθρωσής του.  Η νέα συζήτηση ίσως  περιλάβει  την  ελάφρυνση εξυπηρέτησης του χρέους ή την επιμήκυνση, πράγμα που θα συμπεριελάμβανε την ονομαστική μείωση της αξίας των τίτλων και αυτή η εξέλιξη θα αποτελούσε έμμεση διαγραφή.

2. Επαναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης που υπέγραψε η Κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου το 2010, με βάση το αγγλικό δίκαιο. Από τη σύμβαση αυτή υποχρεώθηκε η χώρα να απολέσει την ισοτιμία της και να υποστεί ταπείνωση, δύο μνημόνια και ένα μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, που διέλυσαν την ελληνική οικονομία και κοινωνία.

Τα εν λόγω πλαίσια αποτελούν την επιτομή της  ιδεολογίας του νεοφιλελευθερισμού, που επέφεραν τη καταστροφή του 1/3 του εθνικού πλούτου, τα λουκέτα, τη φτωχοποίηση και τη διάλυση. Τώρα η κυβέρνηση Α.Τσίπρα  ζητάει μεταβατικά  τη παράταση της δανειακής σύμβασης - για τέσσερις έως έξι  μήνες - προκειμένου να καταθέσει  νέο πρόγραμμα.

3. Μη αναγνώριση του προγράμματος, δηλαδή των μνημονίων, ως παραγώγων της δανειακής σύμβασης. Τώρα  πιέζεται  με κρίση ρευστότητας μετά την 28 Φεβρουαρίου  2015-  και ζητάει και τη παράταση και του προγράμματος μέχρι να υποβάλει  νέο σχέδιο -συμβόλαιο με  τους δανειστές. 

Λεόντειος θα είναι αυτή η μεταβατική συμφωνία μέχρι το οριστικό πρόγραμμα μετά το καλοκαίρι που και αυτό θα  διέπεται  από τη λογική  κυρίως της δημοσιονομικής σταθερότητας, ως αποτέλεσμα της δημοσιονομικής  επιλογής της ηγεσίας του Συριζα. Αντί της χάραξης μιας στρατηγικής για την Οικονομία, ως κυρίαρχο και ως δευτερεύον το Δημοσιονομικό ζήτημα. Αντί για επενδύσεις  προτάσσονται δημοσιονομικές λύσεις από μια ένωση νεοφιλελεύθερων και μονεταριστικών ηγεσιών που από το 2008 προτάσσουν τη δημοσιονομική ρευστότητα και το μονεταριστικό πακέτο του σκληρού νομίσματος.

Τα λέμε από το 2009. Τα ξέραμε από το πρώτο Δημοσιονομικό πρόγραμμα του Α. Παπανδρέου το 1985 που ο ίδιος αναγνώρισε ύστερα από ενάμιση χρόνο την αποτυχία του. Το ξέραμε από τον αγώνα που δώσαμε για να ανατρέψουμε το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα του Κ. Μητσοτάκη το 1990-1993. Το ξέραμε από την νέα δημοσιονομική πολιτική και απειλή για ένταξη στο ΔΝΤ-και πάλι επί Α. Παπανδρέου- το 1994.

Αντιταχθήκαμε στην επιλογή του 2009 για την επιβολή ως κυρίαρχου θέματος της δημοσιονομικής απαίτησης των αγορών για το ότι δήθεν το κυρίαρχο πρόβλημα της χώρας ήταν το δημόσιο χρέος και το έλλειμμα. Ενώ είναι βίωμα όλων μας ότι το κυρίαρχο πρόβλημα ήταν και είναι η διάλυση της παραγωγικής βάσης, η φοροδιαφυγή, η φοροαποφυγή, η παρασιτική επέκταση του τριτογενούς τομέα των υπηρεσιών καθώς και των υποδομών που οδηγούσαν σε σταθερή αιμορραγία τα Δημόσια οικονομικά της χώρας, αποτελλωντας το σύμπτωμα και όχι το αίτιο.

Η Κυβέρνηση Α. Τσίπρα προκειμένου να κερδίσει χρόνο προσχωρεί στη λογική της αντιμετώπισης   των όρων της δημοσιονομικής σταθερότητας με μετάθεση της αντιμετώπισης θεμάτων της πραγματικής οικονομίας  και  της διάλυσης της χώρας.  Δηλαδή, η συζήτηση  να αφορά πρωτίστως τα Δημόσια οικονομικά και όχι την πραγματική Οικονομία και το σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας. Η προτεσταντική νεοφιλελεύθερη  δεξιά με βασικό εκφραστή τον Υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας, Β. Σόιμπλε, επέμενε να οξύνει την ένταση των σχέσεων με την Αθήνα, εμμένοντας στην  αξιολόγηση και παράταση του υφιστάμενου προγράμματος σε μια γραμμή υπεράσπισης μιας αποτυχημένης πολιτικής που ήδη αμφισβητείται και εκλογικά στη Γερμανία τόσο από προοδευτικές δυνάμεις όσο και από την ανερχόμενη εκλογικά ακραία δεξιά. Μια ανοχή έναντι της Αθήνας σημαίνει έμμεση αναγνώριση της αποτυχίας και εκλογικές μετατοπίσεις σε βάρος της γερμανικής χριστιανοδημοκρατίας καθώς και υποχώρηση του γερμανικού imperium, της στρατηγικής της εδραίωσης της Γερμανικής Ευρώπης και της Φραγκφούρτης ως μιας Νέας Υόρκης, των χρηματιστηριακών συναλλαγών, της τραπεζικής ισχύος και άλλων μη παραγωγικών δραστηριοτήτων. Για τη διαιώνιση της συγκέντρωσης πλεονασμάτων σε ορισμένες χώρες, για τη προσέλκυση και καταλήστευση καταθέσεων εκατομμυρίων πολιτών σε γερμανικές, γαλλικές και αγγλικές τράπεζες, με τη διαρκή κινδυνολογία περί εξόδου από το Ευρώ. Είναι χαρακτηριστική η κινδυνολογική στάση της Βρετανικής κυβέρνησης γιατί στο Λονδίνο αναπτύσσονται συναλλαγές των αγορών, του χρηματιστήριου, των οίκων αξιολόγησης, των κερδοσκόπων και των τοκογλύφων που αποφέρουν σημαντικά κονδύλια στη παρασιτική οικονομία και στην αύξηση του ΑΕΠ του Ηνωμένου Βασιλείου.

Απειλή για το ευρώ και την Ευρωζώνη δεν αποτελεί ο Α. Τσίπρας και η Κυβέρνησή του. Απειλή αποτελεί η νεοφιλελεύθερη, μονεταριστική και αλαζονική πολιτική της κυβέρνησης του Βερολίνου και της ΕΚΤ, της ύφεσης, της ανεργίας και του αυταρχισμού.

Η Κυβέρνηση ζητάει δύο  κύρια,  τη νομισματική ρευστότητα και μεταβατική  πολιτική συμφωνία. Ο Σόιμπλε  τα χαρακτήρισε  ως Δούρειο Ίππο! Δηλαδή, ως δόλια ενέργεια επιδεικνύοντας φτηνό καιροσκοπισμό, ενώ γνωρίζει ότι η κυβέρνηση  Α. Τσίπρα  ζήτησε την επέκταση της δανειακής σύμβασης που αποτελεί το  κυρίαρχο θέμα. Είναι προφανές ότι θα κυριαρχήσουν τα θέματα της στρατηγικής έναντι  των τακτικισμών Σόιμπλε. Η συμφωνία θα είναι πολιτική. Έχουν συμφέρον από συμφωνία. Ξέρουν ότι πρώτα από όλα, θα προκαλέσουν κρίση στη δική τους πολιτική. Η γερμανική ηγεσία  έχει συμφέρον από την Ευρωζώνη. Η γερμανική ηγεσία έχει συμφέρον από το ευρώ. Η Γερμανική ηγεσία έχει συμφέρον  να ενσωματώσει τη δυσαρέσκεια του  ελληνικού λαού  απέναντι στην αλαζονεία και τον αυταρχισμό της  γερμανικής στρατηγικής της λιτότητας. Η Γερμανική ηγεσία έχει συμφέρον από τη προώθηση της Γερμανικής Ευρώπης, επιλογή που έχει απέναντι  τις ΗΠΑ -και για αυτό η υποστήριξη στη Κυβέρνηση Α. Τσίπρα- όπως και γιατί είναι αντίθετη  στη στρατηγική της λιτότητας συνολικά στην Ευρωζώνη, καθότι βλάπτονται εμπορικά και γεωπολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ.

Ασφαλώς και θα έχει  συνέπειες  η μεταβατική συμφωνία. Και αποτελεί κρίσιμο θέμα να μην  περιέχει στοιχεία  ομηρείας για την ελληνική πλευρά. Ωστόσο τα  σημαντικά θα αποτελούν τα μετά τη μεταβατική συμφωνία, για το για ποια συμφέροντα και ποιες πολιτικές θα περιλαμβάνει το πρόγραμμα που θα καταθέσει η Ελληνική Κυβέρνηση που ένα σημαντικό μέρος θα επιδιώξει να ενταχθεί στο Δημοσιονομικό Σύμφωνο Σταθερότητας, που αποτελεί συνθήκη της ΕΕ. με  ελέγχους.

Το πρώτο θέμα αφορά αν θα αποσπάσει κονδύλια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για δημόσιες επενδύσεις, για αύξηση του ΑΕΠ, για παραγωγή προϊόντων, για θέσεις εργασίας. Δεύτερο θέμα αποτελεί η ρύθμιση του χρέους, η κλίμακα του πρωτογενούς πλεονάσματος καθώς και κάθε δημοσιονομικό μέτρο.

Β. Για τον νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

Η Κυβέρνηση του Α. Τσίπρα  επέλεξε για Πρόεδρο ένα πολιτικό της «Καραμανλικής» κεντροδεξιάς παράδοσης, μιας και αποφάσισε να είναι ο Πρόεδρος από την «άλλη πλευρά». Αυτή  η  επιλογή  θα  έχει στρατηγικές επιπτώσεις και αφορά ή στην ενσωμάτωση του προοδευτικού κινήματος ή στη συναίνεση της δεξιάς.

Ασφαλώς και υπήρχαν και άλλες στρατηγικές για προοδευτικό Πρόεδρο -αυτή ήταν και η δική μου θέση- αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ  δεν αισθανόταν πολιτικά δυνατός για μια ανάλογη επιλογή. Ήθελε  πρόσωπο που να εκφράζει δυνάμεις της Κεντροδεξιάς.

Άλλωστε  και το εκλογικό αποτέλεσμα ήταν περιοριστικό για μια δυνατή επιλογή. Σχεδόν το 65%  του εκλογικού σώματος είναι σε άλλες παρατάξεις και συμφέροντα. Προχώρησε σε μια επιλογή της αντίθετης πλευράς. Η επίθεση που δέχθηκε η επιλογή Π. Παυλόπουλου δεν ήταν πολιτική με βάση τη πορεία της χώρας την επόμενη πενταετία, αλλά οιμωγές των ηττημένων, πρώτα από τα νεοφιλελεύθερα και νέο-δεξιά απομεινάρια όλων των αποχρώσεων της δεξιάς Σοσιαλδημοκρατίας και τμημάτων της διαπλοκής που ήθελαν  τον «αργοπορημένο» υποστηρικτή του εκσυγχρονισμού   Ν. Αλιβιζάτο. Σύμπασα βέβαια η ακολουθία της διαπλοκής ήθελε τον εκλεκτό της  Δ. Αβραμόπουλο. Μόνιμη επωδό διαφωνίας αποτέλεσε και θα αποτελεί η  ακροδεξιά.

Ο Π. Παυλόπουλος είναι αξιοπρεπής δεξιός πολιτικός. Δεν ήταν προοδευτική επιλογή ο Π. Παυλόπουλος αλλά αυτή η κριτική αφορά τις αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις σε σχέση με  συγκρούσεις κατά του συστήματος και τις απολήξεις του και όχι τους πάσης φύσεως δεξιούς ιεροψάλτες των δυνάμεων του συστήματος, του πρώην ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι, τη διαπλοκή και κάθε κουτοπόνηρο αντι-δεξιό  μεν, αλλά χωμένο στο νεοφιλελευθερισμό και στο σύστημα δε.

Από την άσκηση των αρμοδιοτήτων του και από τις δημόσιες παρεμβάσεις του, θα κριθεί ο νέος Πρόεδρος.

11 Φεβ 2015


Α)Για το πρώτο δεκαήμερο της Κυβέρνησης Α.Τσίπρα

 1. Η έναρξη των διαπραγματεύσεων και η πολιτική ισοτιμία της χώρας. 

Στις 28 Ιανουαρίου είχα τονίσει ότι η διαπραγμάτευση  είχε αρχίσει μετά το πρώτο εκβιασμό των κερδοσκόπων, με τη πρώτη βουτιά στο χρηματιστήριο Αθηνών. Έκτοτε  συνεχίζεται  καθόλη τη διάρκεια των δέκα ημερών και της πρώτης φάσης των διαπραγματεύσεων  τόσο από τις δημόσιες πρωτοβουλίες του Πρωθυπουργού, όσο και του Υπουργού των Εξωτερικών και κυρίως του Υπουργού Οικονομικών ενώ  προκύπτουν τα ακόλουθα, σχετικά με τη νέα Κυβέρνηση: 

Ότι έθεσε ως προϋπόθεση για κάθε συζήτηση την επανάκτηση και της πολιτικής ισοτιμίας της χώρας που είχε καταλυθεί από τις Κυβερνήσεις των μνημονίων. Ο φίλος  Νίκος Κοτζιάς, ετέθη  στο στόχαστρο τόσο ευνόητων συμφερόντων όσο και ανόητων,  ως προς τι σημαίνει πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική  και ότι αυτό το πεδίο δεν είναι προνόμιο μόνο ορισμένων  δυνάμεων. Με τη συμβολή του, η κοινή ανακοίνωση των Υπουργών Εξωτερικών για τη εμπόλεμη  κατάσταση στην Ουκρανία δεν περιλαμβάνει τη δήθεν διαβούλευση και απόφαση των 28 ηγετών, δεν περιλαμβάνει τρίτο γύρο κυρώσεων παρά μόνο παράταση των ήδη υφιστάμενων έως το Φθινόπωρο, δεν περιλαμβάνει κυρώσεις για Ρώσους πολίτες παρά μόνο για πολίτες των υπό απόσχιση περιοχών, συμπεριλαμβάνει δε και πρόνοιες για τις μειονότητες.

Το σημαντικότερο ήταν η παρέμβαση της ελληνικής πλευράς:

α) Για την αποτροπή σχεδίων του νέο-μακαρθισμού των ΗΠΑ που αφορούν την απομόνωση της Ρωσίας σε μια λογική ενός νέου ψυχρού πολέμου και

β) Για   νέες πρωτοβουλίες  με την σύμπραξη του ΟΗΕ, της ΕΕ και του ΟΑΣΕ για  αποφάσεις  και μέτρα που θα συμβάλλουν  σε μια πανευρωπαϊκή ασφάλεια.  Η κρίση εξετάστηκε  σε κοινή συνάντηση Β. Πούτιν, Α. Μέρκελ, Φ. Ολάντ στη Μόσχα. Οι διαφορές οδήγησαν μέχρι και στη μη έκδοση κοινού ανακοινωθέντος. Κα η υπόθεση θα επανέλθει σήμερα ως κύριο θέμα στην Ουάσιγκτον ανάμεσα στον Μπ. Ομπάμα και την Α. Μέρκελ.

2. Η επίσκεψη Σούλτς στην Αθήνα  περιείχε και στοιχεία τόσο  δημοσιοποίησης υποδείξεων  στο Πρωθυπουργό  όσο και απαράδεκτης επέμβασης στο πως και με ποιες συμμαχίες συγκροτείται μια Κυβέρνηση χώρας της Ε.Ε. Δεν ξέχασε  ότι είναι δεξιός σοσιαλδημοκράτης  και ήθελε το Ποτάμι, ένα προσωποπαγές κόμμα, γνωστό  απολογητή των εγχώριων και όχι μόνο συμφερόντων. Ωστόσο,  ως παλιός καλός βιβλιοπώλης και παλιά δήμαρχος μιας κωμόπολης έξω από το Άαχεν, δεν έχει  ενστερνιστεί  ακόμα τι σημαίνει  μια  κυρίαρχη χώρα.

3. Η Ευρώπη είχε ηγέτες όπως ο Ντεγκώλ , ο Αντενάουερ, ο Μιτεράν, ο  Μπράντ. Θα ήταν αδιανόητο να τους βλέπαμε σε ένα μπιστρό  ένα βράδυ στο Στρασβούργο προκειμένου να συζητήσουν για το πώς θα αντιμετωπίσουν τη νέα Κυβέρνηση της Ελλάδας, όπως έπραξαν πρόσφατα οι Μέρκελ και ο Ολάντ. Κατάπτωση ηγετών, παρακμή της πολιτικής, έναντι  των κερδοσκόπων και των χρηματοπιστωτικών  κύκλων καθώς και μιας επιχειρηματικής τάξης που πρόσκαιρα πλουτίζει πάνω σε μια ζώνη,  με μεγάλη οικονομική και κοινωνική  κρίση. Να θυμηθούμε τι υποστήριζαν  όταν επέβαλαν εκβιασμό στη χώρα γιατί βρήκαν εκβιαζόμενους. Τι έλεγαν: Να απομονώσουμε την Ελλάδα για να μη μεταδοθεί η κρίση στην Ευρωζώνη. Τώρα  προέχει  το πώς θα διασωθούν πολιτικά, από μια γενίκευση της δυσαρέσκειας εκατομμυρίων  ευρωπαίων πολιτών για μια ήδη αποτυχημένη πολιτική μέσω μεθοδεύσεων και εκβιασμών. Τώρα επιδιώκουν να απομονώσουν απροσχημάτιστα- για  πολιτικούς λόγους- την ελληνική  Κυβέρνηση. Η ισπανική  και η πορτογαλική ηγεσία θυμίζουν  τις  Ελληνικές μνημονιακές ηγεσίες.

Β) Οι συμμαχίες στα δύο κεντρικά ζητήματα, το χρέος και τη στρατηγική της λιτότητας και τη σκοπίμως διογκούμενη κρίση χρέους.

1. Η κυβέρνηση εδραίωσε συμμαχίες –τόσο στην Ευρωζώνη, όσο και διεθνώς- κατά της στρατηγικής της λιτότητας  που εκπορεύεται από το Βερολίνο, με βλαπτικές συνέπειες τόσο για τη χώρα αλλά και για  τη οικονομία της Ευρωζώνης καθώς και σε διεθνή κλίμακα.

2. Ωστόσο δεν  απέκτησε συμμαχίες όσον αφορά στη διαγραφή ενός μέρους του χρέους  ή αναδιάρθρωσής του. Και   τίθεται θέμα να κατέλθει σε άλλη βάση, όπως ελάφρυνση εξυπηρέτησης του  χρέους, επιμήκυνση -που θα   συμπεριελάμβανε την ονομαστική μείωση της αξίας των τίτλων και αυτή  η εξέλιξη θα αποτελούσε έμμεση διαγραφή- ανταλλαγή ομολόγων  με ρήτρα ανάπτυξης κ.ο.κ.   και  υπό προϋποθέσεις.  .

3.Η ΕΚΤ εγκαταλείποντας το προσωπείο της δήθεν ανεξάρτητης τράπεζας και επιδεικνύοντας πρωτοφανή κακή πίστη έναντι μιας κυρίαρχης χώρας, με κοινή νομισματική πολιτική, ως χώρα της Ευρωζώνης, ανακοίνωσε ότι  παύει να δέχεται ως επιλέξιμα  τα ελληνικά ομόλογα με βάση τα οποία οι ελληνικές τράπεζες  συμμετέχουν στη κοινή τραπεζική πολιτική, ενεργοποιώντας το μηχανισμό ELA.  Και με το πρόσχημα της επείγουσας δράσης όλων των εμπλεκόμενων για αντιμετώπιση  του ελληνικού ζητήματος! Και όλα αυτά  ο Ντράγκι, ο οποίος πριν δύο εβδομάδες ανακοίνωσε την διάθεση ενός τρισεκατομμυρίου  και διακοσίων δις ευρώ! Πολιτική  και χρήμα κατά το δοκούν! Μιλάμε για  σκόπιμες πρακτικές παραγόντων, προκειμένου να ασκήσουν πίεση στην Ελληνική κυβέρνηση, εν όψει της Συνόδου Κορυφής στην οποία ορισμένοι εκπρόσωποι όπως του Βερολίνου  και χωρών που  συνηγορούν με τη  πλευρά  του Βερολίνου  και  επιμένουν σε παράταση του υφιστάμενου προγράμματος και αξιολόγηση  και σε μια νέου τύπου τρόικα καθώς και στη συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων. Άλλωστε τι νεοφιλελεύθεροι θα ήταν ...

4.Η ΕΕ και η ΕΚΤ  επιβάλλοντας μνημόνια  και τρόικα  παραβιάζει  συστηματικά ευρωπαϊκές συνθήκες και είναι προφανές ότι δεν μπορεί να  προχωρήσει μία Ένωση  μόνο ως νομισματική ένωση, αυθαιρεσιών, εκβιασμών  μέχρι και διακοπής ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος των Κρατών -Μελών. Δεν μπορεί να έχει το δικαίωμα η ΕΚΤ να χρηματοδοτεί ή όχι τράπεζες και να μην χρηματοδοτεί τα Κράτη-Μέλη, όπως ισχύει και στις ΗΠΑ. Χρειάζεται να αναθεωρηθούν συνθήκες, να περαιωθεί ή τραπεζική ένωση, να  προωθηθεί η δημοσιονομική ένωση, η οικονομική ένωση, η  φορολογική ένωση, η εργασιακή ένωση. Η προώθηση της αλληλεγγύης και της συνοχής  με συνθήκη που θα προβλέπει τις αυτόματες μεταβιβάσεις από τις πλεονασματικές χώρες προς τις ελλειμματικές, όπως στις ΗΠΑ, η  κοινή εξωτερική πολιτική, η  δημοκρατικά εκλεγμένη ηγεσία από όλους τους λαούς της ΕΕ.  Είμαστε σε περίοδο πολιτικού και οικονομικού πρωτογονισμού, αν και έχουν  παρέλθει 57 έτη  από την Ιδρυτική Συνθήκη της Ρώμης.

Γ) Το δεύτερο δεκαήμερο της Κυβέρνησης: Θα κριθεί ή όχι η συνεννόηση και η αποφυγή μονομερών ενεργειών της Ελλάδας και των εταίρων, εν όψει  και  της  Συνόδου Κορυφής, άλλα και των Συνόδων του Eurogroup μέχρι 16 Φεβρουαρίου.

Το θέμα έχει τεθεί  από την ελληνική  Κυβέρνηση: Μορατόριουμ  και  μεταβατική συμφωνία  μέχρι το καλοκαίρι ή  πολιτική ισχύος και νέα κρίση;

1. Οι προγραμματικές δηλώσεις του Πρωθυπουργού περιελάμβαναν το πολιτικό πλαίσιο της μη συνέχισης των μνημονίων, της μη αποδοχής της τρόικας και  της μη υποβολής αιτήματος παράτασης καθώς και το σύνολο του προεκλογικού προγράμματος για τη δημοσιονομική πολιτική, για δημόσιες επενδύσεις, για την εισοδηματική πολιτική, για τις εργασιακές σχέσεις, για την επισήμανση  άλλο αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας άλλο εκποίηση καθώς και για την επισήμανση  περί αναδιάρθρωσης του χρέους αντί της απαίτησης  διαγραφής ενός μέρους – ύστερα και από τη  έλλειψη συμμαχιών σε επίπεδο κορυφής, για τη διαπλοκή της εγχώριας άρχουσας τάξης, για κανόνες στα ΜΜΕ, για τη παιδεία και τη κοινωνική πολιτική για τη κυριαρχία της χώρας με βάση το Σύνταγμα.

2. Η μνημονιακή αντιπολίτευση:  έθεσε  προϋποθέσεις στήριξης της διαπραγμάτευσης όπως:
- ναι στο αίτημα του Βερολίνου για παράταση του ήδη μνημονιακού προγράμματος
-όχι στη διαγραφή χρέους,  ναι στη διευθέτηση χρέους
–ναι στη διαφοροποίηση Βαρουφάκη - και στη βουλή στις 9 Φλεβάρη - για την εφαρμογή των  καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων  του 70% των μνημονιακών  επιταγών
- ναι στη αποκλιμάκωση του πρωτογενούς πλεονάσματος, ναι  σε νέες πολιτικές της Κυβέρνησης για φοροδιαφυγή κο.κ. 

3. Η συνάντηση  Ομπάμα – Μέρκελ  έχει εκτεταμένη  ατζέντα. ΟΙ ΗΠΑ  έχουν μεγαλύτερης κλίμακας επιδιώξεις, όπως :

α) να υπογραφεί  εντός του 2015 η Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων ανάμεσα στην ΕΕ και τις ΗΠΑ που θα ωφελεί τις πολυεθνικές για τη διακίνηση αδασμολόγητων προϊόντων  και θα πρόκειται για τη μεγαλύτερη  εμπορική συμφωνία διεθνώς καθώς και ανταγωνιστική προς τις αναδυόμενες οικονομίες. Ήδη η ΕΕ υπέγραψε ανάλογη συμφωνία με το Καναδά. Και είναι γνωστές οι αντιρρήσεις πολιτικών δυνάμεων και στο Ευρωκοινοβούλιο και σε εθνικά Κοινοβούλια και σε  Κυβερνήσεις.

β) Να εξοπλισθεί η Ουκρανία  και επίσημα από το ΝΑΤΟ – καθότι ανεπίσημα ήδη εξοπλίζεται από ορισμένες χώρες του ΝΑΤΟ-  η εν λόγω επιλογή συντελεί και στην αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής τόσο της Γερμανίας, όσο και της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας, με τη αύξηση παραγωγής πολεμικού υλικού. Ήδη, η Μέρκελ προ μηνών είχε τονίσει την ανάγκη αύξησης του εξοπλισμού των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων. Ωστόσο, για τις ΗΠΑ είναι ζωτικής σημασίας  η οικονομική ανάκαμψη, με την ένταση παραγωγής πολεμικού υλικού από τις εταιρίες του στρατιωτικού και βιομηχανικού συμπλέγματος των ΗΠΑ που προώθησε ήδη και την αύξηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων  στο ΝΑΤΟ, αλλά και το εμπόριο όπλων σε  πολλές Κυβερνήσεις  χωρών που προωθούν  ένοπλες συγκρούσεις. Ο κίνδυνος για ένα διαρκή ανορθόδοξο πόλεμο στην ανατολική Ευρώπη μπορεί να αποσταθεροποιήσει όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο, ύστερα από 70  και πλέον χρόνια  ειρήνης. Να σημειώσουμε εδώ ότι η επίσκεψη του έλληνα Πρωθυπουργού στη Κύπρο, πέραν από τη θετική στάση του προέδρου Αναστασιάδη για τα κοινή και αμοιβαία στάση των δύο χωρών  στα όργανα της Ευρωζώνης, ανέδειξε για μια ακόμη φορά  και τη παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Σε  αυτή τη κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου, η Τουρκία έχει σύμμαχο τις ΗΠΑ, οι οποίες επιδιώκουν ενδυνάμωση των σχέσεων με τη Τουρκική ηγεσία  λόγω  της στάσης τόσο στην κρίση στη Συρία   και το  Ιράν όσο και την επαμφοτερίζουσα  πρακτική της στη διευκόλυνση   δικτύων της τζιχάντ.

γ) Να συντονίσουν κοινές επιδιώξεις  εν όψει της προσεχούς συνόδου της ομάδας των 20 πιο αναπτυγμένων χωρών στη Κωνσταντινούπολη, για την αντιμετώπιση της   κάμψης της οικονομίας σε παγκόσμια κλίμακα, για τη κρίση στην Ουκρανία,  για τη κοινή στάση των δυτικών χωρών σε βάρος των  χωρών των αναδυόμενων οικονομιών  μέσω των όρων του εμπορίου, των συναλλαγματικών συναλλαγών εκτός δολαρίου και ευρώ, της μεθοδευμένης πτώσης των τιμών του πετρελαίου, για τις σχέσεις Δύσης –Ρωσίας,  για τη στρατηγική της λιτότητας στην Ευρωζώνη και το ελληνικό ζήτημα.

Η μεγάλη εικόνα αφορά σε θέματα  διεθνούς ισχύος και ανταγωνισμού και  η πλευρά του «Διευθυντηρίου» της Ευρωζώνης δεν έχει  στρατηγικό συμφέρον μιας περαιτέρω έντασης της κρίσης στην Ευρωζώνη  με αφορμή το ελληνικό ζήτημα. Η υπερ-προβολή της κρίσης χρέους  που αποτελεί ένα επί  μέρους ζήτημα, εξυπηρετεί τη  διεθνή, την ευρωπαϊκή  και την ελληνική κλεπτο-κρατία. Η κρίση είναι δομική και θα συνεχισθεί  με τη νεοφιλελεύθερη εμμονή της ευρωπαϊκής δεξιάς με ύφεση, από-επένδυση, αποπληθωρισμό και ανεργία.

4. Με βάση τη κυβερνητική θέση τρόικα τέλος, μνημόνιο τέλος,  η Κυβέρνηση προέβαλε βραχυπρόθεσμο σχέδιο –συμφωνία γέφυρα - που θα περιλαμβάνει τη δυνατότητα να εκδώσει έντοκα γραμμάτια του δημοσίου  πλέον των  15 δις που θα αγοράσουν οι ελληνικές τράπεζες  με την εγγύηση  της ΕΚΤ, θέτοντας τέρμα στη συζήτηση για αξιολόγηση και παράταση του υφιστάμενου  προγράμματος. Το εν λόγω μεταβατικό σχέδιο προτείνεται  ως μορατόριουμ, μια πάγια πρακτική στις διεθνείς σχέσεις κατά την οποία καμία πλευρά δεν θα πράττει μονομερώς, μέχρι μια οριστική νέα συμφωνία  τον Ιούνιο, που θα περιλαμβάνει –στα πλαίσια του δημοσιονομικού συμφώνου σταθερότητας - δημοσιονομικά μέτρα, αντιμετώπιση του ασφαλιστικού καθώς και  μεταρρυθμίσεις και μέτρα κατά της φοροδιαφυγής, της διαφθοράς, αλλαγές στη  δημόσια διοίκηση καθώς και μια νέα θεώρηση λύσεων για  ένα χρέος που δεν είναι  βιώσιμο. Θεωρώ ότι η συστηματική προβολή- από τον Υπουργό των Οικονομικών- του  πακέτου των δημόσιων οικονομικών, ως το καθοριστικό ζήτημα  στις διαπραγματεύσεις, δηλαδή  το χρέος, το πλεόνασμα και ο αποπληθωρισμός μεταθέτει το πραγματικό πρόβλημα της χώρας που είναι η  επείγουσα ανάγκη για δημόσιες επενδύσεις, η ανάταξη της διαλυμένης παραγωγικής βάσης και η αύξηση του ΑΕΠ καθότι η χώρα υπέστη πρωτοφανή μείωση του εθνικού πλούτου,  λουκέτα, ανεργία και φτώχεια. Και δεν χρειάζεται η χώρα την εργαλειοθήκη των νεοφιλελεύθερων  πακέτων του ΟΟΣΑ που ήδη προσκάλεσε ο Υπουργός των Οικονομικών  για  σύμβουλο στην Αθήνα. 

Το διευθυντήριο προτιμά στα πλαίσια του μονεταριστικού της πλαισίου μια δημοσιονομική συμφωνία και όχι μια υποστήριξη στη πραγματική οικονομία της χώρας. Η κρίση χρέους αποτελούσε  και αποτελεί  τη μικρή εικόνα και το πρόσχημα  για  μεγάλη ανακατανομή πλούτου  ανάμεσα σε χώρες της ΕΕ, σε τράπεζες , σε  επιχειρήσεις και σε  ολιγαρχικά συμφέροντα.
 
Δ.) Επίλογος: Το μνημονιακό πλαίσιο αποτελεί παρελθόν Η πλευρά της Ευρωζώνης επιμένει να οξύνει την ένταση των σχέσεων με την Αθήνα, για να μη προβεί σε περαιτέρω παραχωρήσεις που θα οδηγούσαν σε  υποχώρηση του γερμανικού ιμπέριουμ, της στρατηγικής της εδραίωσης της Γερμανικής Ευρώπης και της Φραγκφούρτης  ως μιας Νέας Υόρκης, των χρηματιστηριακών συναλλαγών,  της  τραπεζικής ισχύος και άλλων μη παραγωγικών δραστηριοτήτων. Για τη διαιώνιση της συγκέντρωσης πλεονασμάτων σε ορισμένες χώρες, για τη  προσέλκυση  και καταλήστευση καταθέσεων εκατομμυρίων πολιτών  σε γερμανικές, γαλλικές και αγγλικές τράπεζες, με τη διαρκή κινδυνολογία περί εξόδου από το Ευρώ. Είναι χαρακτηριστική η  κινδυνολογική στάση της Βρετανικής  κυβέρνησης γιατί στο Λονδίνο αναπτύσσονται συναλλαγές των αγορών, του χρηματιστήριου,  των οίκων αξιολόγησης,  των κερδοσκόπων και των τοκογλύφων που αποφέρουν σημαντικά κονδύλια στη παρασιτική οικονομία και στην αύξηση του ΑΕΠ του Ηνωμένου Βασιλείου.

Απειλή για το ευρώ και την  Ευρωζώνη δεν αποτελεί ο Α.Τσίπρας  και η Κυβέρνησή του. Απειλή αποτελεί η  νεοφιλελεύθερη, μονεταριστική και αλαζονική πολιτική της κυβέρνησης του Βερολίνου  και της  ΕΚΤ, της ύφεσης, της ανεργίας και του αυταρχισμού.

Η Κυβέρνηση  ζητάει μορατόριουμ, χρόνο και  γραμμάτια του δημοσίου. Όλοι οι παροικούντες στα  της Ευρωζώνης θεωρούν βέβαιη μια συμφωνία γέφυρα μέχρι να κατατεθεί το ελληνικό πρόγραμμα τόσο από την Ευρωομάδα όσο και στο Συμβούλιο Κορυφής και η συμφωνία θα είναι πολιτική, παρόλες τις μέχρι τώρα οικονομικές απειλές.

Τα σημαντικά   θα αποτελούν τα μετά τη μεταβατική συμφωνία για το για ποια συμφέροντα και ποιες πολιτικές θα περιλαμβάνει  το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα που θα καταθέσει η Ελληνική Κυβέρνηση μέχρι το καλοκαίρι που θα επιδιώξει να ενταχθεί στο Δημοσιονομικό  Σύμφωνο  Σταθερότητας, που αποτελεί συνθήκη της ΕΕ.

Το πρώτο θέμα αφορά αν θα αποσπάσει κονδύλια από την ευρωπαϊκή τράπεζα επενδύσεων για δημόσιες επενδύσεις, για αύξηση του ΑΕΠ, για παραγωγή προϊόντων, για θέσεις εργασίας. Δεύτερο θέμα αποτελεί η ρύθμιση του  χρέους και η κλίμακα του πρωτογενούς πλεονάσματος.

Οι εταίροι μας θέλουν μια λεόντεια συμφωνία σε βάρος της χώρας και πρώτα προέταξαν τα της μεταβατικής περιόδου ως το άπαν, με  εκβιασμούς παροχής ή όχι ρευστότητας  σε τράπεζες της Ευρωζώνης. Προέταξαν την δημοσιονομική πλευρά της ευρωπαϊκής οικονομίας  έναντι της πολιτικής. Δεν  έχουν συμφέρον  να προκαλέσουν   ανυπαρξία συμφωνίας. Έχουν συμφέρον από συμφωνία. Ξέρουν ότι  πρώτα από όλα, θα προκαλέσουν κρίση στη δική τους πολιτική. Πολιτική  θα είναι η εξέλιξη.

Η λαϊκή κυριαρχία, η δημοκρατία,   δίδει δύναμη στους λαούς- και στον ελληνικό λαό αυτή τη περίοδο - καθώς και στη προοδευτική εξέλιξη.  Με  ενότητα γύρω από προοδευτικές επιλογές και στόχους ήδη έχει ξεκινήσει μια σημαντική προσπάθεια  για τον ελληνικό λαό, για την Ελλάδα, για την Ευρωζώνη.